Ο ομότιμος και επίτιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ Βάλτερ Πούχνερ γεννήθηκε και σπούδασε στη Βιέννη, αλλά τα περισσότερα χρόνια της ζωής του τα έχει ζήσει στην Ελλάδα. Επίσης, έχει διδάξει πολλά χρόνια στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης, καθώς και σε ευρωπαϊκά και αμερικάνικα πανεπιστήμια. Έγραψε πάνω από 100 επιστημονικά βιβλία στα ελληνικά και δημοσίευσε περί τα 550 μελετήματα και περισσότερες από 1.200 βιβλιοκρισίες. Η λογοτεχνική του παραγωγή συμπεριλαμβάνει πάνω από 30 αυτοτελείς εκδόσεις ποιημάτων, πεζογραφημάτων, λογοτεχνικής κριτικής και δοκιμίων. Έχει δημοσιεύσει κείμενά του σε λογοτεχνικά περιοδικά, ηλεκτρονικά και μη. Για τη λογοτεχνική του βιβλιογραφία βλ. το αφιερωματικό τεύχος του περιοδικού Θέματα Λογοτεχνίας 66 για το συνολικό ποιητικό του έργο. Η έκδοση της τρίτομης ποιητικής ανθολογίας του Ταξιανθίες, από τις Εκδόσεις Όταν, μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.
Ποια ήταν τα πρώτα σας διαβάσματα;
Φαινομενικά απλή ερώτηση, η απάντηση πιο περίπλοκη. Όχι παιδική λογοτεχνία. Ουσιαστικά δεν με ενδιέφερε. Μου φαινόταν κάπως ψεύτικη· στημένη. Άλλωστε, η προσφορά παιδικού βιβλίου στη μεταπολεμική Βιέννη δεν ήταν και μεγάλη. Ήταν άλλες οι προτεραιότητες. Αυτό που με ενδιέφερε ήταν ο κόσμος των μεγάλων. Δίψα για γνώση ζωής. Σε όλες τις εκδοχές. Kι αυτό μου προσέφερε η λογοτεχνία. Να ζω καταστάσεις τις οποίες δε θα ζήσω ποτέ. Να ζω πολλές ζωές ταυτόχρονα. Τη δημόσια δανειστική βιβλιοθήκη του τομέα όπου έμενα έως το 1955 (ήταν ο ρωσικός) την είχα εξαντλήσει με τις εβδομαδιαίες επισκέψεις μου, με ανώτερο όριο δανεισμού τα πέντε βιβλία. Παγκόσμια λογοτεχνία, ακόμα και φιλοσοφία.
Και η πρώτη σας επαφή με την ποίηση;
Την αρχή στα διαβάσματά μου έκανε βέβαια η πεζογραφία. Με μάγευαν οι περιγραφές υπαρκτών, ιστορικών ή και σύγχρονων κόσμων. Διάβαζα με ενθουσιασμό και Ντοστογιέφσκι και άλλους Ρώσους συγγραφείς, αλλά και τους μεγάλους Αμερικανούς πεζογράφους. Με την εφηβεία, προστέθηκαν το θέατρο και η ποίηση στο αναγνωστικό μενού: Ισπανοί και Άγγλοι, Γάλλοι και Ιταλοί, ο γερμανικός ρομαντισμός (μεταφυσικός και πολιτικός, στην ποίηση κυρίως Χέλντερλιν). Με συνεπήρε με νεανικό ενθουσιασμό ο εξπρεσιονισμός με τον κατακερματισμό της γλώσσας, μεταφυσικός και πολιτικός, που οδήγησε εν τέλει στον Μπρεχτ. Αλλά και ο νεορομαντισμός, ο συμβολισμός, ο αισθητισμός κτλ. (Rilke, Hofmannsthal, Schnitzler). Παράλληλα, με τράβηξε και η φιλοσοφία: ο γερμανικός ιδεαλισμός και η κατάργησή του από Schopenhauer και Nietzsche, αλλά και Wittgenstein και Heidegger. Υπήρχε ακόμα μια ανταύγεια της πνευματικής ατμόσφαιρας της παλιάς Βιέννης. Ως προς τα ελληνικά, καθοριστικός ήταν ο συμβατικός ορίζοντας γνώσεων μιας ουμανιστικής εκπαίδευσης. Τον δρόμο προς τα νεοελληνικά βρήκα μόλις στο πανεπιστήμιο, με την ειδίκευσή μου στο νεοελληνικό θέατρο. Η πρώτη μου επαφή με τη νεοελληνική ποίηση ήταν ο Σεφέρης (έκανα, ως άσκηση, και μια μετάφραση της ποίησής του στα γερμανικά). Ακολούθησαν Καβάφης, Σικελιανός, Καζαντζάκης, αργότερα και Ελύτης και Ρίτσος. Και με τη μόνιμη εγκατάστασή μου στην Ελλάδα και την πανεπιστημιακή έρευνα και δράση, αυτός ο ορίζοντας μεγάλωσε πολύ γρήγορα (με δημοσιεύματα πλέον): Παλαμάς, Π. Σούτσος, κρητικό θέατρο της Βενετοκρατίας, Κ. Δαπόντες κτλ. Το δράμα ως λογοτεχνικό είδος οδηγεί σχεδόν αυτόματα και στην ποίηση.
Πότε ξεκίνησε το ταξίδι σας στη συγγραφή;
Και αυτή είναι μια πολύπλοκη ερώτηση: στα γερμανικά κατά την εφηβεία μου με πεζοποιήματα σε ύφος εξπρεσιονιστικό και καταγγελτικό· στα ελληνικά προηγήθηκε της λογοτεχνικής γραφής η επιστημονική: από το 1978 έως σήμερα, εξέδωσα περίπου 100 βιβλία (τα άλλα 30 είναι στα αγγλικά ή γερμανικά) και δημοσίευσα εκατοντάδες μελετήματα σε επιστημονικά περιοδικά, ενώ η λογοτεχνική μου παραγωγή αρχίζει με ποίηση γύρω στο millennium – αλλά οι πρώτες δημοσιεύσεις γίνονται μόλις το 2016. Έγραφα βασικά για τον εαυτό μου, για ευχαρίστηση, παράλληλα με την επιστημονική μου παραγωγή. Ο Μιχάλης Μερακλής, Νέστορας της ελληνικής λαογραφίας αλλά και κορυφαίος κριτικός λογοτεχνίας της εποχής του (βλ. Α. Δουλαβέρας, Ο καθηγητής Μ. Γ. Μερακλής ως νεοελληνιστής, Θεσσαλονίκη 2023), με έπεισε να τα δημοσιεύσω σε επιλογή, κι έτσι από το 2016 άρχισα να εκδίδω αλλεπάλληλες ποιητικές συλλογές αναδρομικού και σύγχρονου χαρακτήρα. Από την άποψη αυτή αποτελώ μια άτυπη περίπτωση στο πανόραμα της σύγχρονης ελληνικής ποίησης.
Και οι πρώτες εκδόσεις;
Οι πρώτες εκδόσεις ήταν στον Αρμό το 2016 (Δοκίμια για τον ουρανό) και το 2017 (Ο φωτεινός ίσκιος) και ακολούθησαν σε σύντομα χρονικά διαστήματα έως σήμερα άλλα 30 περίπου βιβλία σε διάφορους εκδοτικούς οίκους (Αρμός, Ηρόδοτος, Γκοβόστης, Σαιξπηρικόν, Οδός Πανός, Ροές, Όταν, Νίκας κτλ.). Μια συγκεντρωμένη κριτική αποτίμηση του έργου μου βρίσκεται στο αφιερωματικό τεύχος των Θεμάτων Λογοτεχνίας 66, 2021/22.
Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί η ανθολογία σας Ταξιανθίες;
Ο καταιγιστικός ρυθμός των δημοσιεύσεων με τις αλλεπάλληλες εκδόσεις κάπως εμπόδισε την ομαλή ροή της πρόσληψης, τόσο εκ μέρους του αναγνωστικού κοινού όσο και της λογοτεχνικής κριτικής, και δημιουργήθηκε η αίσθηση της ανάγκης μιας συνολικής εικόνας, ιδίως των πρώτων φάσεων, όπου συναντιέται η αναδρομική δημοσίευση με τη σύγχρονη. Με το σκεπτικό αυτό η τρίτομη ποιητική ανθολογία Ταξιανθίες καλύπτει την πενταετία 2016-2021. To έργο θα παρουσιαστεί εμπεριστατωμένα σε ειδική εκδήλωση στο Εθνικό Θέατρο, στην αίθουσα εορταστικών εκδηλώσεων, στις 10 Οκτωβρίου.
Το δράμα ως λογοτεχνικό είδος οδηγεί σχεδόν αυτόματα και στην ποίηση.
Ποιος είναι ο λόγος που η ανθολογία σας αποτελείται από τρεις τόμους;
Οι λόγοι είναι πρακτικοί και εσωτερικής δομής: δηλαδή της συνολικής έκτασης και της χρονολογικής αλληλουχίας· ο πρώτος τόμος καλύπτει τα έτη 2016-2018 και συμπεριλαμβάνει ανθολογήσεις από επτά ποιητικές συλλογές (Δοκίμια για τον ουρανό, Ο φωτεινός ίσκιος, Ηλιάδα, Ο κηπουρός της ερήμου, Οι θησαυροί της σκόνης, Στίχοι της στιγμής, Δώδεκα πεύκα και ένας ευκάλυπτος), ο δεύτερος τα έτη 2019-2020 με ανθολογήσεις από άλλες επτά συλλογές (Η επιφάνεια του μυστηρίου, Κοντσέρτο για στιγμές και διάρκεια, Η εφηβεία της πλάνης, Αλάτι στον άνεμο, Σπινθηρογραφήματα, Το χώμα των λέξεων, Τα σημάδια του περάσματος) και ο τρίτος το έτος 2021 με ποιήματα από πέντε συλλογές (Συνομιλίες στη χλόη, Πεντάδες, Τελευταίες ειδήσεις, Ο κάλυκας του κρόκου, Αναπάντεχο). Κατ’ αυτόν τον τρόπο η τρίτομη αυτή Ανθολογία καλύπτει ένα ικανό μέρος της συνολικής μου λογοτεχνικής παραγωγής. Τα ποιήματα που επιλέχθηκαν από τις αναφερόμενες συλλογές καλύπτουν σε έκταση περίπου το ένα πέμπτο των κειμένων που έχουν εκδοθεί. Με την έννοια αυτή οι Ταξιανθίες είναι αντιπροσωπευτικές για τις αρχικές φάσεις της ποίησής μου και δίνουν μια πρισματική εικόνα της εξέλιξης της λογοτεχνικής μου γραφής από τις αρχές του νέου αιώνα.
Πόσο χρόνο σάς πήρε η ανθολόγηση;
Περίπου δύο χρόνια. Είναι μια επίπονη διαδικασία, και κάπως βασανιστική, να αποφασίσεις ποια ποιήματα θα συμπεριλάβεις και ποια θα αφήσεις απέξω. Με ποια κριτήρια; Με ποιο κοκτέιλ κριτηρίων; Και μέσα στη διαδικασία της επιλογής αναθεωρείς και μερικές αποφάσεις.
Γράφετε: «Κι αν πας ακόμα βαθύτερα και ψάξεις/ σε αντεστραμμένο χρόνο αρχαιολόγος/ τα όριά σου δεν θα τα βρεις». Θέλετε να σχολιάσετε;
Το τρίστιχο αυτό ίσως υπονοεί (μία από τις δυνατές ερμηνείες), πως το εγώ/εαυτός δεν είναι κάτι δεδομένο, προσδιορίσιμο, αλλά ρευστό και κάπως αόριστο μέσα στον χώρο και τον χρόνο. Ειδικά αν συνυπολογίσουμε και το υποσυνείδητο, το συλλογικό υποσυνείδητο και το ασυνείδητο, που αποτελεί τον εσωτερικό μας κόσμο, τις φαντασίες, φαντασιώσεις και το δυνητικό, που επίσης μας ανήκει, τα όριά μας είναι μεταβλητά, ακόμα και αόριστα και αόρατα. Το εξέφρασα με τη ρήση πως «δεν είμαι ένας, αλλά μια παρέα από εγώ». Με αυτή την έννοια η ερώτηση είναι εύστοχη: η ποίηση είναι μια αναζήτηση έκφρασης του εσωτερικού κόσμου (όχι μόνο του συναισθηματικού), η οποία, ως μορφή γλώσσας που δεν είναι δική μου αλλά συλλογική και ιστορική, «υπαινίσσεται», όπως γράφει τόσο εύστοχα η Παυλίνα Παμπούδη, «περισσότερα απ’ όσα μπορώ εγώ να φανταστώ». Κι όπως όλες οι τέχνες, είναι μια στρατηγική να δώσουμε μορφή σε κάτι που μοιάζει άμορφο, άλογο, ασύλληπτο κτλ. Να δώσει τάξη στο χάος του υλικού που φέρνει στο φως η ενδοσκόπηση και ο στοχασμός. Να μας κάνει να έρθουμε για μια στιγμή σε επαφή με το άγνωστο, που τόσο γνωστό μάς είναι (Φρόιντ).
Λέτε: «Σκλάβος του όμορφου παντοτινός/ δεν κατανοώ τους συγχρόνους μου». Μπορεί το έργο των ποιητών να είναι παρεμβατικό για την κοινωνία;
Αυτό το απόφθεγμα σε μορφή δίστιχου είναι ανοιχτό για διάφορες ερμηνείες, τόσο στο πρώτο σκέλος όσο και στο δεύτερο, κι ακόμα περισσότερο στη σχέση μεταξύ τους. Αυτό είναι και η γοητεία του, το βάθος του και η λειτουργικότητά του. Το ζήτημα της επιρροής της ποίησης (της τέχνης) στην κοινωνία είναι ένα πολυσυζητημένο θέμα: η επιρροή μοιάζει τις περισσότερες φορές έμμεση παρά άμεση, αν και η στρατευμένη ή και καταγγελτική ποίηση (τέχνη) ακριβώς αυτόν τον σκοπό έχει. Δεν υπάρχει γενικευμένη απάντηση, παρά μόνο ειδικευμένη.
«Θα ήθελα να είχα γίνει μια φούχτα χώμα./ Να ριζώσει ένα λουλούδι και ν’ ανθίσει/ στο στήθος μιας κόρης βραδιάτικα». Γιατί η αγάπη και ο έρωτας είναι διαχρονικοί;
Το τρίστιχο αφορά τη φύση και την αισθητική, τον έρωτα και την αγάπη. Ως οργανισμοί της φύσης μοιραζόμαστε με όλο το ζωικό βασίλειο τα ένστικτα της αναπαραγωγής. Είναι όμως ο άνθρωπος, που ανακαλύπτει και εκτιμά την αισθητική της φύσης, και ο άνθρωπος είναι που κάνει την ερωταγάπη κορυφαία στιγμή της ζωής του και πολυεπίπεδο συναισθηματικό και νοητικό δεσμό που διαρκεί. Ναι, είναι διαχρονική στο πλαίσιο του χρόνου των οργανισμών, και διαχρονική γιατί βασίζεται σε ένα από τα ισχυρότερα ορμέμφυτα.
Διαβάζουν σήμερα οι Έλληνες ποίηση;
Εδώ υπάρχει ένα βιωματικό ερώτημα. Βγαίνεις από την Έκθεση του βιβλίου έπειτα από δύο ώρες, ελαφρώς ζαλισμένος, και αναρωτιέσαι: μπορεί ένα τόσος μικρός λαός να έχει τόσους εκδοτικούς οίκους και να παράγει τόσα βιβλία; Ποιος τα διαβάζει; Η εποχή των βιβλιοθηκών στο σαλόνι των σπιτιών πέρασε, ενώ ο υπολογιστής, το τάμπλετ και το κινητό κυριαρχούν σε όλους τους χώρους. Αυτή η απορία πάντα μου δημιουργείται μετά τα φεστιβάλ του βιβλίου. Τα σκληρά δεδομένα των σχετικών στατιστικών δίνουν την απάντηση. Και είναι μάλλον απογοητευτική. Μένει το θέμα των πολιτικών στήριξης του βιβλίου και της φιλαναγνωσίας.
Πολλοί νέοι γράφουν ποίηση. Το όνειρό τους είναι να εκδοθούν οι στίχοι τους. Παλαιότερα περίμεναν με αγωνία να αποκτήσει οντότητα η πρώτη τους ποιητική συλλογή. Σήμερα ανεβάζουν τα ποιήματά τους στο διαδίκτυο. Αυτή η εξέλιξη μπορεί να βοηθήσει την ποίηση;
Το ότι ένας λαός γράφει ποίηση είναι παρηγορητικό. Δεν χρειάζεται να το αναλύσω. Το ότι υπάρχει η φιλοδοξία της δημοσίευσης δεν είναι κακό από μόνο του. Και το διαδίκτυο διευκολύνει την πραγματοποίηση αυτής της επιθυμίας. Οι συνέπειες αυτής της κατάστασης όμως προβληματίζουν. Με τις τόσες σχολές δημιουργικής γραφής (σε σχολεία, πανεπιστήμια, εκδοτικούς οίκους, ιδιώτες κτλ.) ο συνολικός όγκος της ετήσιας παραγωγής ποιητικού λόγου έχει φτάσει σε τέτοια ύψη, που κανείς δεν έχει πια ξεκάθαρη εικόνα. Και με την τεχνητή νοημοσύνη ο καθένας πλέον, στην κυριολεξία, μπορεί να γίνει ποιητής. Τα κριτήρια κρίσης είναι ρευστά και βασίζονται κυρίως στην εμπειρία. Αυτό σε βάθος χρόνου μπορεί να βλάψει τη λογοτεχνία γενικότερα και εν μέρει να την αχρηστεύσει.
Tα όριά μας είναι μεταβλητά, ακόμα και αόριστα και αόρατα.
Άρα η έκδοση ενός βιβλίου εξακολουθεί να είναι η ασφαλέστερη οδός;
Η έντυπη έκδοση δεν έχει χάσει την αίγλη της, γιατί έχει μια «χειροπιαστή» διάσταση: το άγγιγμα του βιβλίου, το βάρος του, το ξεφύλλισμα, το χαρτί, η σελιδοποίηση, η ράχη, το δέσιμο, το εξώφυλλο κτλ., η όλη υλική και «απτική» υπόσταση, δίνει στην έκδοση μια άλλη αισθητική διάσταση απ’ ό,τι η ψυχρή εικόνα, την οποία την κάνεις ό,τι θέλεις. Φαντάζομαι πως στο μέλλον θα συνυπάρχουν οι δύο τρόποι ανάγνωσης, στην οποία προστίθενται βέβαια και τα audiobooks.
Σημαντικό είναι και το συγγραφικό έργο σας στο θέατρο. Ετοιμάζετε κάποιο βιβλίο που να έχει σχέση με το θέατρο;
To συγγραφικό μου επιστημονικό έργο για την ιστορία και θεωρία του θεάτρου, για τον λαϊκό πολιτισμό στα Βαλκάνια και τη Μεσόγειο, μαζί με τις κριτικές και φιλολογικές εκδόσεις και μονογραφίες για την ελληνική δραματουργία από τον 13ο έως τον 21ο αιώνα, όπως προανέφερα, συμπεριλαμβάνει περίπου 100 βιβλία στα ελληνικά και περίπου 30 σε ξένες γλώσσες, 550 μελετήματα και πάνω από 1.200 βιβλιοκρισίες και βιβλιοπαρουσιάσεις σε επιστημονικά περιοδικά, ελληνικά και ξένα. Τα τελευταία μου βιβλία για το θέατρο είναι Το 1821 και το θέατρο (εκδ. Όταν, 2021), η μονογραφία για το θέατρο του Δημήτρη Δημητριάδη (εκδ. Νεφέλη, 2023) και στα τελειώματα βρίσκεται η ελληνική μετάφραση του βιβλίου Greek Theatre between Antiquity and Independence. A History of Reinvention from the Third Century BC to 1830, Cambridge Univ. Press 2017, 2021.
Η τρίτομη ποιητική ανθολογία θα παρουσιαστεί σε εκδήλωση στο Εθνικό Θέατρο, κτίριο Τσίλλερ, Αγίου Κωνσταντίνου 22, στην αίθουσα εορταστικών εκδηλώσεων στον πρώτο όροφο, στις 10 Οκτωβρίου, 7 μ.μ. Στην εκδήλωση θα μιλήσουν ο συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας και εκδότης Δρ Διονύσης Μουσμούτης και ο ποιητής και κριτικός Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας. Κείμενα και ποιήματα θα διαβάσουν οι ηθοποιοί Δρ Κωνσταντίνος Κυριακού και Κατερίνα Μπιλάλη, καθώς και ο Βάλτερ Πούχνερ. Μουσικά ιντερμέδια, συντεθειμένα ειδικά για τη βραδιά, θα ερμηνεύσει με την αρχαία ελληνική λύρα ο συνθέτης και λυριστής Νίκος Ξανθούλης.
Δείτε εδώ συνεντεύξεις του κ.Ιντζέμπελη