Η Κατλίν Φράιτακ, μετά τις σπουδές της στη γερμανική φιλολογία, την ιστορία και τις πολιτικές επιστήμες, εργάστηκε ως καλλιτεχνική σύμβουλος και έγραψε σενάρια, μεταξύ άλλων και για την επιτυχημένη σειρά του ARD «In aller Freundschaft». Έχει εργαστεί, επίσης, και ως επιμελήτρια κειμένων. Σήμερα ζει με την οικογένειά της στο Αμβούργο και γράφει με πάθος ιστορίες για παιδιά και ενήλικες. Το ιστορικό μυθιστόρημά της Το σπίτι του φαροφύλακα, που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Μίνωας, σε μετάφραση Γιώτας Λαγουδάκου, μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.
Πώς σχεδιάζετε την προετοιμασία ενός βιβλίου;
Διαβάζοντας, διαβάζοντας, διαβάζοντας! Έπειτα πρέπει να σκεφτώ. Πριν ξεκινήσω να γράφω ένα καινούργιο βιβλίο, διαβάζω ό,τι σχετικό υπάρχει με την εποχή στην οποία διαδραματίζεται κι ερευνώ το ιστορικό υπόβαθρο, προσπαθώντας να εντοπίσω εκείνα τα στοιχεία που είναι σημαντικά για την ιστορία μου. Ταυτόχρονα, προσπαθώ να αναπτύξω τους πρωταγωνιστές μου σε κάθε τους πτυχή – τους φόβους, τα όνειρα, τα χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα.
Τι σας έδωσε το έναυσμα να γράψετε Το σπίτι του φαροφύλακα;
Ήθελα να γράψω την ιστορία μιας απόδρασης. Από το 1961 μέχρι το 1989, πολλοί κάτοικοι της Ανατολικής Γερμανίας προσπάθησαν να δραπετεύσουν στη Δύση με πολλούς τρόπους. Έσκαψαν στοές κάτω από τα σύνορα, πέταξαν με αερόστατα γεμάτα θερμό αέρα και προσπάθησαν να διασχίσουν τη Βαλτική θάλασσα με βάρκες, αυτοσχέδια υποβρύχια ή κολυμπώντας. Δεν θέλω να αποκαλύψω λεπτομέρειες της πλοκής, αλλά η ιστορία μου αφορά μια απόπειρα δραπέτευσης κάτω από πολύ ειδικές συνθήκες.
Ο πατέρας της Έλζε είναι φαροφύλακας. Τι σήμαινε να είσαι φαροφύλακας εκείνη την εποχή;
Νομίζω ότι ήταν μια σκληρή, μοναχική δουλειά. Θα έπρεπε να είσαι έτοιμος για όλα τα ενδεχόμενα και είχες την ευθύνη λειτουργίας του φάρου όλο το εικοσιτετράωρο, επιβλέποντας την ασφαλή διέλευση όλων των πλοίων. Σήμερα αυτή η δουλειά δεν υπάρχει. Όλοι οι φάροι λειτουργούν με αυτόματο τρόπο.
Αλήθεια, πώς κατάφερνε το φως του φάρου να ταξιδέψει τόσο μακριά ώστε να το βλέπουν τα πλοία;
Κάθε φάρος είναι μοναδικός και χρησιμοποιεί διαφορετικά χρώματα και σήματα, που μπορούν να τα βλέπουν τα πλοία στη διάρκεια της μέρας. Και τη νύχτα αναβοσβήνουν με διαφορετικό τρόπο. Επειδή χρησιμοποιεί ειδικούς φακούς, το σήμα του φάρου μπορεί να το δει κανείς από δέκα μέχρι τριάντα πέντε χιλιόμετρα μακριά.
Μετά τον θάνατο της μητέρας της, η Έλζε ζει σ’ ένα μικρό σπίτι δίπλα στον φάρο. Πώς νιώθει ένα παιδί που ζει καθημερινά τη μοναξιά του φάρου;
Νομίζω ότι η Έλζε συνήθισε αυτού του είδους τη μοναξιά. Μεγάλωσε στο περιβάλλον αυτού του φάρου και είναι ένα άτομο εσωστρεφές. Αγαπά τη φύση, τη θάλασσα και την ηρεμία, ενώ μετά τον θάνατο της μητέρας της αναζητά περισσότερη οικειότητα και προσοχή από τον πατέρα της.
Όσο μεγαλώνει η Έλζε, ασφυκτιά από το απολυταρχικό καθεστώς της Ανατολικής Γερμανίας. Γιατί αισθανόταν έτσι;
Στην Ανατολική Γερμανία έπρεπε να είσαι προσεκτικός. Υπήρχαν πολλές απαγορεύσεις και δεν είχες το δικαίωμα να εκφράζεσαι ανοιχτά. Η Έλζε ήταν έξυπνη κι ακολουθούσε τους κανόνες, όμως μέσα της ένιωθε όλο και πιο περιορισμένη και η λαχτάρα για ελευθερία μεγάλωνε συνεχώς.
Οι φίλοι της, Λούλου και Ότο, είναι διαφορετικοί χαρακτήρες. Τι τους ενώνει και θέλουν να αποδράσουν από τη χώρα τους;
Σε αντίθεση με την Έλζε, η Λούλου έχει χαρακτήρα επαναστατικό και γεμάτο ζωή. Δεν ακολουθεί πιστά τους κανόνες του καθεστώτος κι εξαιτίας αυτής της στάσης έχει πολλά προβλήματα. Ο Ότο αγαπά το ανοιχτό πνεύμα της Λούλου και την ακολουθεί παντού. Όλοι τους μοιράζονται την ίδια λαχτάρα για μια καλύτερη ζωή και για περισσότερη ελευθερία.
Οι φάροι είναι μέρη συναρπαστικά. Εκφράζουν τη λαχτάρα και την ελπίδα. Στέλνουν το φως τους σ’ έναν κόσμο που ίσως δεν γνωρίζουμε.
Η προσπάθεια που κάνουν είναι εξαιρετικά δύσκολη. Γιατί δεν κάνουν πίσω παρά τις δυσκολίες;
Και οι τρεις θέλουν την ελευθερία τους και είναι διατεθειμένοι να περιμένουν για όσο χρόνο χρειάζεται. Αυτό που τους ενώνει είναι η κοινή τους δίψα για μια άλλη ζωή και η φιλία τους.
Στο μυθιστόρημα υπάρχουν κρυμμένα μυστικά, αλήθειες σε μια χώρα που ζούσε στον δικό της κόσμο. Αυτή η μυστικότητα, οι παρακολουθήσεις, τα ψέματα, πώς μπόρεσαν να κρατήσουν τόσα χρόνια;
Καλή ερώτηση! Το πολιτικό σύστημα της Ανατολικής Γερμανίας λειτουργούσε με τις απειλές, τον φόβο, τους αυστηρούς κανονισμούς και τις απαγορεύσεις. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο το κράτος επέβαλλε μια σκληρή σοσιαλιστική ιδεολογία και παρακολουθούσε όλους τους πολίτες. Ήταν αδύνατο να διαμαρτυρηθείς εναντία στο καθεστώς χωρίς να γίνεις αντιληπτός από τα όργανά του. Όσοι δεν ήθελαν να ακολουθήσουν αυτή την ιδεολογία δέχονταν αμέσως την πίεση του συστήματος. Με αυτόν τον τρόπο δεν μπορούσε να σχηματιστεί σοβαρή αντίσταση για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η Φράνζι είναι μια συγγραφέας που θέλει να γράψει μυθιστόρημα για τον φάρο. Μένοντας στον φάρο, ανακαλύπτει ένα ημερολόγιο. Μπορεί αυτή η ανακάλυψη να τη βοηθήσει στο μυθιστόρημά της;
Η Φράνζι κουβαλά μαζί της ένα τετράδιο, αλλά δεν έχει γράψει ακόμα τίποτα. Επιστρέφει στον φάρο όπου έζησε τα παιδικά της χρόνια ελπίζοντας ότι θα μπορεί να τελειώσει το βιβλίο της. Εκεί ανακαλύπτει στοιχεία που θα την οδηγήσουν σ’ ένα μονοπάτι εντελώς διαφορετικό και πολύ πιο συναρπαστικό από αυτό που είχε στο μυαλό της, κι αποφασίζει να το καταγράψει. Το αποτέλεσμα είναι μια ιστορία εντελώς διαφορετική από αυτή που σχεδίαζε.
Το μυθιστόρημά σας μας γεννά μεγάλη αγωνία να μάθουμε τι θα γίνει παρακάτω…
Σας ευχαριστώ! Όποτε γράφω ένα καινούργιο βιβλίο, ευελπιστώ ότι οι αναγνώστες θα συμπάσχουν με τους χαρακτήρες του, θα νιώσουν τα αισθήματα, τους φόβους, τις αγωνίες τους και θα χαρούν μαζί τους.
Γιατί τα μυθιστορήματα που έχουν θέμα φάρους είναι αγαπητά στους αναγνώστες;
Οι φάροι είναι μέρη συναρπαστικά. Εκφράζουν τη λαχτάρα και την ελπίδα. Στέλνουν το φως τους σ’ έναν κόσμο που ίσως δεν γνωρίζουμε. Κι επιπλέον, βοηθούν τα καράβια να γυρίσουν με ασφάλεια στα λιμάνια της πατρίδας τους.
Πώς νιώθετε που το μυθιστόρημά σας μεταφράστηκε στην ελληνική γλώσσα;
Νιώθω ιδιαίτερη τιμή και είμαι περήφανη που το βιβλίο μου μεταφράστηκε στη γλώσσα σας. Εκτός της χώρας μου, η ιστορία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας είναι ελάχιστα γνωστή. Η ζωή των κατοίκων της ήταν σκληρή και πολύ ιδιαίτερη. Το να γνωστοποιήσω όσο μπορώ στους Έλληνες την ιστορία αυτού του καθεστώτος είναι μεγάλη ευχαρίστηση για μένα.
Τι θα λέγατε σ’ αυτούς που θα διαβάσουν τη συνέντευξή σας;
Θα ήθελα να τελειώσω με ένα από τα αγαπημένα μου ρητά: «Αν θες να μάθεις για το μέλλον, πρέπει αν ξεφυλλίσεις τις σελίδες του παρελθόντος».
Δείτε εδώ συνεντεύξεις του κ.Ιντζέμπελη.