Ο κινηματογράφος
Θα παίζαμε αμέριμνα. Και ανοιξιάτικο θα ’ταν απόγευμα. Όταν ξάφνου ακούσαμε κάτι παράξενες φωνές: κάτι σαν γραμμόφωνο και κάτι σαν τελάλη. Λόγια παράξενα έλεγε, μυστήρια κι αλλιώτικα για τ’ αφτιά μας, που τα ίδια και τα ίδια είχαν συνηθίσει ν’ ακούνε. Σκοτωθήκαμε να κατεβούμε από τις πορτοκαλιές, να βγούμε από τις τσουκνίδες και τις καλαμιές,