Skip to content

Οι Ολυμπιακοί αγώνες που διεξάγονται αυτές τις μέρες στο Τόκυο της Ιαπωνίας χαρακτηρίζονται από πολλές πρωτιές, αλλά αναδεικνύουν και μια σειρά από ιδιαιτερότητες και προβληματισμούς όσον αφορά το αθλητικό πνεύμα της εποχής μας ή, καλύτερα, όσον αφορά το πνεύμα που διέπει τον πρωταθλητισμό στην εποχή μας.

Ας ξεκινήσουμε από τις πρωτιές. Είναι η πρώτη φορά που οι αγώνες διεξάγονται έναν ολόκληρο χρόνο αργότερα από ό,τι ήταν προγραμματισμένο. Οι αγώνες γίνονται το 2021, αλλά εξακολουθούν να φέρουν την ονομασία «Τόκυο 2020». Είναι επίσης η πρώτη φορά που γίνονται αγώνες χωρίς την παρουσία φιλάθλων. Αυτό κατέστη αναγκαίο λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, καταδεικνύει, όμως, και την παντοδυναμία των Μ.Μ.Ε.. Χωρίς την τηλεόραση και το διαδίκτυο, είναι αμφίβολο αν  οι αγώνες αυτοί θα προκαλούσαν κάποιο ενδιαφέρον εφόσον δεν θα υπήρχαν θεατές. Για πρώτη φορά, εξάλλου, υπάρχουν μικτά αγωνίσματα στο στίβο, παρελαύνουν οι ομάδες με δύο σημαιοφόρους (άντρα και γυναίκα, σε μια υπερβολή έξαρσης πολιτικού καθωσπρεπισμού, κατά την άποψή μου, εφόσον δεν θα ήταν διόλου υποτιμητικό να είναι σημαιοφόρος μια αθλήτρια ή ένας αθλητής, δεδομένου ότι όλοι είμαστε ισότιμοι), οι αθλητές και οι αθλήτριες  κρεμούν μόνοι τους τα μετάλλια στο στήθος τους.

Αναδεικνύουν, όμως, αυτοί οι αγώνες και το πρόβλημα της άσκησης πρωταθλητισμού στις μέρες  μας. Ο αθλητισμός μόνο κατ’ όνομα είναι ερασιτεχνικός και αυτό, πλέον, το γνωρίζει όλη η υφήλιος. Οι αθλητές και οι αθλήτριες επί της ουσίας ασκούν το άθλημά τους ως επάγγελμα, μόνο που, επισήμως, δεν επιτρέπεται να το παραδεχτούν. Πλην των ομαδικών αθλημάτων (ποδόσφαιρο, καλαθοσφαίριση, πετοσφαίριση, χειροσφαίριση, υδατοσφαίριση κ.λπ) και κάποιων προβεβλημένων επαγγελματικών αναλόγων (αντισφαίριση, ιστιοσανίδα κ.λπ), οι αθλητές των υπόλοιπων αθλημάτων δεν αμείβονται από τις διοργανώσεις για τη συμμετοχή τους. Θα πρέπει, επομένως είτε να στηρίζονται από το κράτος τους είτε να αναζητούν μόνοι τους χορηγούς. Το δεύτερο, όταν πρόκειται για αθλήματα όχι ιδιαιτέρως προβεβλημένα, αποτελεί σημαντικό πρόβλημα που δημιουργεί και ζητήματα ακόμα και επιβίωσης, όπως καταδείχτηκε από την περίπτωση του αθλητή της άρσης βαρών Θεόδωρου Ιακωβίδη.

«Συγγνώμη για το τρέμουλο της φωνής, είναι οι τελευταίες στιγμές μου στην εθνική ομάδα», ανέφερε αρχικά ο Έλληνας αρσιβαρίστας στην κάμερα της ΕΡΤ και συνέχισε: «Η επίδοση δεν αντικατοπτρίζει το 100%. Αντιμετώπισα κάποια προβλήματα μετά Ευρωπαϊκό κατά το διάστημα Απριλίου-Μαΐου. Ήρθα μόνο μ’ ένα μήνα βαριά προπόνηση. […] Δυστυχώς δεν μπορώ να αποδώσω στο 100% και να έχω το κεφάλι μου ήσυχο για να κάνω προπόνηση και να μπορώ να αποδίδω αυτά που αρμόζει να αποδίδω σε αυτή τη σημαία που φοράω. Συγγνώμη αν για κάποιους το βάζω στα πόδια, αλλά έχω κουραστεί πάρα πολύ και δεν αντέχω άλλο αυτήν την κατάσταση. Είναι πολύ λυπηρό να ντρέπεσαι να πας στον φυσιοθεραπευτή γιατί δεν σου παίρνει λεφτά γνωρίζοντας την κατάσταση σου. Και εγώ δεν το αντέχω. Θέλω να ηρεμήσω και γυρίσω στους δικούς μου, να τους αγκαλιάσω και να τους ευχαριστήσω». Όμως και η μητέρα του χρυσού ολυμπιονίκη της κωπηλασίας, Στέφανου Ντούσκου έκανε λόγο για τις δυσκολίες που συνάντησε ο αθλητής ως προς το να βρει χορηγούς ούτως ώστε να καλύπτει τα έξοδα διαβίωσής του.

Τίθεται λοιπόν το εξής πρόβλημα. Από τη στιγμή που η πολιτεία επιζητά και επιδιώκει τις διακρίσεις σε αγώνες τέτοιους, στους οποίους δε μπορεί να λάβει κανείς μέρος χωρίς επαγγελματικού επιπέδου προετοιμασία, πώς διασφαλίζει ότι οι αθλητές και οι αθλήτριες αυτοί και αυτές θα μπορούν να έχουν τη μέγιστη και καλύτερη δυνατή βοήθεια; Ως πότε θα πρέπει να επαφίεται η χώρα στο φιλότιμο των πολιτών της (όσων διαθέτουν ακόμη, δηλαδή) και στο κουράγιο που μπορεί να διαθέτουν για να προσπαθούν μόνοι τους να την εκπροσωπήσουν επάξια; Με ποια λογική ένα κράτος δε μπορεί να υποστηρίξει τους πρωταθλητές του όταν αποδεδειγμένα υποστηρίζει με πακτωλούς χρημάτων τις τράπεζες και τα πάσης φύσεως Μ.Μ.Ε.; Δεν θα μπορούσε, ως ανταποδοτικό όφελος στα τόσα χρήματα, να θέσει ως όρο  ότι οι παραλήπτες αυτών των χρημάτων θα πρέπει να σταθούν ως χορηγοί στους λιγότερο προβεβλημένους αθλητές; Θα μου πείτε, τι ρωτάμε τώρα, τη στιγμή που η ίδια η ΕΡΤ δε φρόντισε να μεταδώσει την προσπάθεια του Λευτέρη Πετρούνια ο οποίος (εντελώς τυχαία) είχε αναδείξει το πρόβλημα της μη καταβολής των  στοιχειωδών οδοιπορικών προς τους αθλητές της γυμναστικής!

Είναι, όμως, και κάπως ελπιδοφόρο ότι οι αθλητές και οι αθλήτριές μας βασίζονται στους δικούς τους ανθρώπους, κινητοποιούν μεγάλο μέρος του κοινού με την προσπάθειά τους και δεν διστάζουν και να δακρύσουν ακόμη. Δείχνει αυτό ότι είναι κι αυτοί άνθρωποι. Γιατί, ένα άλλο ζήτημα που προβάλλει από τους Ολυμπιακούς αγώνες είναι η φύση του πρωταθλητή. Αυτό που μοιάζει τελικά να εκλείπει όλο και περισσότερο είναι ο ανθρώπινος παράγοντας. Ο αθλητής σιγά – σιγά έπαψε να ανυψώνεται και το οικονομικό κέρδος αναδείχτηκε σε βασικό κίνητρο που έχει επικαλύψει τον αρχικό στόχο. Ο αθλητής του 21ου  αιώνα  μοιάζει με υπεράνθρωπο που  προσπαθεί να μάθει μέχρι πού φτάνουν τα ανθρώπινα όρια και δεν είναι σε θέση να ελέγχει τις πραγματικές δυνατότητες του. Γι’ αυτές, μπορεί να φροντίζουν άλλοι. Μπορεί η προπόνησή του να στηρίζεται αποκλειστικά σε μηχανήματα, η διατροφή του να ελέγχεται από τους ειδικούς, η καθημερινή ζωή του μπορεί να εξαρτάται από την ομάδα που τον περιβάλλει. Το βέβαιο είναι ότι ο επαγγελματισμός στον αθλητισμό έχει εισχωρήσει σε πολύ επικίνδυνα σημεία. Οι διάφορες εταιρείες δεν ξοδεύουν τυχαία τα χρήματα τους. Κι όσο οι αθλητές εξαρτώνται και από αυτές, ο ανθρώπινος παράγοντας  τείνει να εκλείψει όλο και περισσότερο. Άνθρωποι σαν τον Ιακωβίδη, το Ντούσκο, το Γκολομέεφ, την Κορακάκη, μας αποδεικνύουν ότι υπάρχει ακόμα ελπίδα να βρούμε ξανά την ανθρωπιά μας.

Γράφει ο

Κώστας Κωσταβασίλης