Η Παγκόσμια Ημέρα των Ηλικιωμένων, γνωστή και ως «Παγκόσμια Ημέρα για την Τρίτη Ηλικία» γιορτάζεται κάθε χρόνο την 1η Οκτωβρίου.
Υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ το 1990, για να αποτίσει τον οφειλόμενο φόρο τιμής στους ηλικιωμένους, αλλά και να επισημάνει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για τους ηλικιωμένους, το 2000 ζούσαν σε όλο τον πλανήτη 600 εκατομμύρια άνθρωποι ηλικίας άνω των 60 ετών.
Υπολογίζεται ότι μέχρι το 2025, ο αριθμός αυτός θα έχει φτάσει το 1,2 δισεκατομμύρια, ενώ το 2050 θα έχει ξεπεράσει τα 2 δισεκατομμύρια.
Την ίδια στιγμή, ο πληθυσμός της Ελλάδας μειώνεται, ενώ η μέση ηλικία του αυξάνεται.
Ο οργανισμός «διαΝΕΟσις» προβλέπει μείωση του πληθυσμού από τα 11 εκατομμύρια ακόμα και σε 8.3 εκατομμύρια το 2050, ενώ ο πληθυσμός των ατόμων ηλικίας 65 και άνω θα αποτελεί έως και το 33% του πληθυσμού.
Ήδη το 2011 αποτελούσε το 19%, ενώ στη φετινή απογραφή το ποσοστό μάλλον θα είναι σχετικά αυξημένο.
Αυτό οφείλεται στο χαμηλό δείκτη γονιμότητας, καθώς και στην προχωρημένη ηλικία που κάνουν παιδιά οι Έλληνες.
Εκ των πραγμάτων, οι άνθρωποι της Τρίτης Ηλικίας, αποτελούν ένα σημαντικό κομμάτι της Ελληνικής Κοινωνίας.
Παρά το ότι συνηθίζουμε να αναφερόμαστε σε αυτούς με τον όρο: «οι απόμαχοι της ζωής», οι ηλικιωμένοι σήμερα συμβάλλουν αποφασιστικά στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη, αφού στην εποχή μας παίζουν έναν ολοένα σημαντικότερο ρόλο, μέσω του εθελοντικού έργου τους, της μετάδοσης των εμπειριών και των γνώσεών τους, της βοήθειας που δίνουν στα παιδιά τους αναλαμβάνοντας να φροντίζουν τα εγγόνια τους, αλλά και της αυξανόμενης συμμετοχής τους στην αγορά εργασίας.
Τίθεται, βεβαίως, το ερώτημα αν, στην εποχή μας, μπορεί να νοείται ακόμα ως ηλικιωμένος ένας άνθρωπος στα 65 του, όταν η ίδια η πολιτεία τον κρατάει στην εργασία μέχρι τουλάχιστον τα 67 ή και τα 70!
Ανεξάρτητα, όμως, από την ακρίβεια ή τις ενστάσεις όσον αφορά το ηλικιακό όριο της «Τρίτης Ηλικίας», η Ελληνική Κοινωνία και η Ελληνική Πολιτεία, έχουν βαθύτατη υποχρέωση απέναντι στους ανθρώπους αυτούς, όχι μόνο για τη συνεχιζόμενη προσφορά τους, αλλά και για λόγους ευαισθησίας απέναντι σε μια ομάδα πολιτών που καθίστανται εκ των πραγμάτων όλο και πιο αδύναμοι.
Έχουμε, λοιπόν, όλοι την υποχρέωση να φροντίζουμε για την ασφαλή και αξιοπρεπή διαβίωσή τους.
Σήμερα, τα άτομα της τρίτης ηλικίας, τα «Τιμημένα Γηρατειά», βιώνουν τη χειρότερη εποχή τους.
Η σύνταξή τους δεν τους καλύπτει το μήνα.
Δεν υπάρχουν δομές φιλοξενίας για μοναχικούς ηλικιωμένους ή είναι ελάχιστες.
Το Πρόγραμμα «Βοήθεια στο σπίτι» είναι σημαντικό, αλλά χρειάζεται ενίσχυση.
Η κοινωνική ασφάλιση είναι ελλιπής, ενώ, πολλές φορές, δεν έχουν σωστή ιατρική, φαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη.
Η τελευταία τριετία με την επέλαση του Covid επέδρασε ακόμα περισσότερο αρνητικά στην ψυχολογία τους.
Οι ηλικιωμένοι, οι συνταξιούχοι και γενικά τα άτομα της τρίτης ηλικίας χρειάζονται σεβασμό.
Σεβασμό στην προσωπικότητα και την αξιοπρέπειά τους.
Δικαιούνται αξιοπρεπείς συντάξεις και σωστή ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη.
Δικαιούνται να νοιώθουν ασφάλεια που μόνο το Κράτος μπορεί να τους την παρέχει.
Δικαιούνται τα αυτονόητα για κάθε άνθρωπο.
Για να μπορούν χωρίς άγχος να γιορτάζουν αυτήν την μέρα που τους είναι αφιερωμένη.
Για να μπορούν με ελπίδα να βλέπουν την επόμενη μέρα.
Άλλωστε η στήριξη που παρέχουν οι ηλικιωμένοι στους συγγενείς τους τεκμηριώνεται και από τους αριθμούς.
Έρευνες δείχνουν ότι ένα στα δύο νοικοκυριά ζει με τη συνδρομή και της λεγόμενης «σύνταξης του παππού».
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, το ποσοστό των νοικοκυριών, για τα οποία η κύρια πηγή εισοδήματος είναι η «σύνταξη του παππού», έχει αυξηθεί τα δύο τελευταία χρόνια και φτάνει το 52%.
Υπάρχουν τουλάχιστον δύο εικόνες: από τη μία, οι ηλικιωμένοι θέλουν να βοηθήσουν τα παιδιά τους αλλά δεν μπορούν όσο θέλουν. Από την άλλη, τα παιδιά τους πιέζουν να βοηθήσουν.
Αυτό οδηγεί τους ηλικιωμένους σε εντάσεις και σε ψυχολογικό στρες, με αποτέλεσμα πολλοί να εμφανίζουν σημάδια κατάθλιψης.
Σύμφωνα με μια έρευνα, από κατάθλιψη πάσχει ένας στους τρεις ηλικιωμένους.
Δεν θα έπρεπε, ως κοινωνία, να κάνουμε κάτι γι’ αυτό;
Δεν θα ξεχάσω ποτέ μια κουβέντα που είπε μια κυρία από το Μαρόκο (γιατρός η ίδια με τον άντρα της, με ένα παιδί με πολύ σοβαρή αναπηρία) όταν το έφερε η μοίρα να διασταυρωθούν οι δρόμοι μας στις αίθουσες μιας εντατικής μονάδας στο Σικάγο των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.
«Ευτυχώς που οι λαοί μας είναι μεσογειακοί και υπάρχουν ακόμα παππούδες και γιαγιάδες στους οποίους μπορούμε να στηριζόμαστε», είπε η μαροκινή μάνα στην Ελληνίδα και το νόημα των λόγων της το κατάλαβαν πολύ καλά και οι δύο.
Στην εποχή μας νομίζουμε ότι με τις σύγχρονες τεχνολογίες και τη λάμψη τους, δεν έχουμε τόση ανάγκη, όσο άλλοτε, τους παππούδες και τις γιαγιάδες μας.
Ας μη γελιόμαστε όμως.
Η δική τους παρουσία και συμβολή στη συγκρότηση των κοινωνιών είναι ανεκτίμητη.
Ας αποτελέσει η 1η Οκτωβρίου μια αφορμή για να το ξαναθυμηθούμε αυτό.