Βρισκόμαστε όλοι μπροστά σε καταστάσεις που μας αφήνουν άφωνους. Είναι μαχαιριά στην καρδιά όλα αυτά που βιώνουμε για την Ελληνική κοινωνία αλλά δεν είναι έκπληξη… Κλαίει η ψυχή μας πάνω από τα συντρίμμια των μοιραίων τραίνων στα Τέμπη μαζί με τις οικογένειες που έχασαν τους δικούς τους ανθρώπους και που δεκάδες από αυτούς βρίσκονται ακόμη στο Νοσοκομείο και κάποιοι σε κρίσιμη κατάσταση….
Την μεγάλη οδύνη μαρτυρούν και οι μαζικές κινητοποιήσεις σε όλη τη χώρα από ανθρώπους όλων των ηλικιών. Είναι συγκινητικό αυτό το ανθρώπινο «ποτάμι» αγανάκτησης, οργής, οδύνης και αντίδρασης που κατέκλεισε τους δρόμους στις περισσότερες πόλεις της χώρας. Υπάρχει οδύνη όμως για να είμαστε και ειλικρινείς δεν ήρθαν όλα αυτά τα τραγικά σαν κεραυνός εν αιθρία. Δεν ήταν κάτι που προέκυψε ξαφνικά. Εδώ και χρόνια ήταν σαν να αφέθηκαν όλα στο «αυτόματο πιλότο» πού αποδείχθηκε ότι στερούνταν ίχνους αυτοματισμού και ασφάλειας.
Αυτό «το πάμε και όπου βγει» για τα τρένα ήταν κάτι που λέγαμε πάρα πολύ από εμάς για τις ζωές μας τα όνειρα μας, τους στόχους μας, χρόνια τώρα αφού βρεθήκαμε αφημένοι στη μοίρα μας. Αφήσαμε τις προοπτικές μας στα χέρια ανθρώπων που ενώ θα έπρεπε από τη θέση τους να γνωρίζουν και να καθορίζουν δίκαια την πορεία μας και που κάποιες φορές, πριν την αποκάλυψη, τους εμπιστευτήκαμε, να αποδεικνύεται ότι όχι μόνο δεν είχαν την τεχνογνωσία και την ικανότητα για την θέση που κατείχαν, αλλά κινούσαν τις ζωές μας με τη «μανιβέλα».
Αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με τους κυβερνώντες σε ανώτερο και κατώτερο επίπεδο αλλά και με τους Εταίρους μας της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίοι έθεταν σε προτεραιότητα ουσιαστικά μόνο το οικονομικό σκέλος παραμερίζοντας εντελώς τον ανθρώπινο παράγοντα. Μεταχειρίστηκαν τους Έλληνες ως τα πειραματόζωα την εποχή των μνημονίων εξαντλώντας την αυστηρότητά και τα σαδιστικά τους ένστικτα και δεν λάμβαναν υπόψη ότι πίσω από τα νούμερα και την επιβολή κυρώσεων ήταν άνθρωποι με οικογένειες με παιδιά και υποχρεώσεις στις οποίες δεν μπορούσαν ούτε στο ελάχιστο να ανταποκριθούν. Πιεστήκαμε και αγωνιστήκαμε σαν λαός. Πιέστηκε η χώρα μας με ευθύνες και των ηγετών μας.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση από την άλλη πλευρά ως ολόσωστη και πεπειραμένη και η οποία έπρεπε να επιβάλει τους κανόνες και να καθορίσει πορείες και κατευθύνσεις. Έφτασε η κ. Μέρκελ να παραδεχθεί αποχαιρετώντας την παντοδυναμία της, ότι μετανιώνει για την υπερβολική της αυστηρότητα στους Έλληνες, των οποίων δοκίμαζε πατώντας μας στο λαιμό, την ανθεκτικότητα και την ανοχή. Λησμόνησε όμως «κατά λάθος» τις Γερμανικές Αποζημιώσεις που δικαιούνταν η Ελλάδα μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ στην περίπτωση της Ουκρανίας «Πακτωλός» χρημάτων διοχετεύετε από την Ε.Ε για ένα πόλεμο, αγνοώντας από την άλλη πλευρά ανθρώπους και στη χώρα μας που η οικονομική τους δυσπραγία μπορεί να τους οδηγήσει να χάσουν ακόμη και την πρώτη τους κατοικία. Μας πίεσαν έτσι που να εξασθενήσουμε ώστε να μπορούν στη συνέχεια να μας εξαγοράσουν. Μειώθηκε το προσωπικό επιχειρήσεων όχι μόνο με δικές μας ευθύνες. Οδηγηθήκαμε να μην μπορούμε να καλλιεργούμε ούτε τη γη μας σύμφωνα με τους Ευρωπαϊκούς Κανόνες. Χάνουμε τα παιδιά μας στο βωμό της παρακμής και τα δάκρυα δεν έχουν τέλος. Δεν υπάρχουν λόγια για να αποτυπώσει κανείς την οδύνη.
Οι καθυστερήσεις, οι παρατάσεις ολοκλήρωσης έργων, όλο και περισσότερο, γιατί εκτιμούσαμε όλοι Κυβέρνηση και Αντιπολίτευση αλλά και εμπλεκόμενοι στο εσωτερικό και το εξωτερικό της χώρας και στην απέναντι πλευρά στο εσωτερικό της Ε.Ε ότι υπάρχει χρόνος. Χρόνος όμως δεν υπήρχε και εκτός από την μετωπική των τρένων κλαίμε όλοι μας και για την «μετωπική» σύγκρουση με τις αποκαλύψεις για την πραγματικότητα της δικής μας ζωής. Κρύβαμε κάτω από το χαλί τις αστοχίες γιατί πλησιάζουν και εκλογές και η επικοινωνιακή τακτική επέβαλε να μην ανοίγουν μέτωπα φθοράς. Σιωπή… ώστε να έρθει η Νίκη για τον όποιο αναλάβει, για να μπορέσει να καλύψει ότι τον αφορά καλύτερα, από μία Τραγωδία που μας πλήγωσε, αλλά μας ξύπνησε κιόλας από τον λήθαργο στον οποίο είχαμε πέσει στις ζωές μας.
Βγήκαν τυχαία από συγκυρία οι Έλληνες και οι Ελληνίδες στους δρόμους την «Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας», συμμετέχοντας στο θρήνο των μανάδων που έχασαν τα παιδιά τους στα Τέμπη αλλά και στο θρήνο για μανάδες που δεν θα δουν ποτέ τα παιδιά τους να μεγαλώνουν. Χωρίς να μπορούν να τα αγκαλιάσουν να σκουπίσουν τα δάκρυά τους και να γελάσουν με τις χαρές τους. Μετά τους καπνούς της σύγκρουσης, τις συγνώμες και τις ευθύνες, «Το όλοι φταίμε» «το αναλαμβάνω την ευθύνη» σήμερα και δια στόματος του Πρωθυπουργού μικρή σημασία έχουν για όσους δεν θα ξαναδούν ποτέ τους αγαπημένους τους. Ζητάνε όμως να μάθουν το ΓΙΑΤΙ.
«Ο χρόνος είναι Γιατρός» λένε όσοι δεν έχουν βιώσει παρόμοιες καταστάσεις, με μία πληγή που θα καταλαγιάζει αλλά που θα υπάρχει πάντα εκεί, για να βρεθούν κάποιο να πούν στα παιδιά που έχασαν βίαια τους γονείς τους όταν μεγαλώσουν ότι μπορεί και να μην θυμούνται τώρα πια την απώλεια, αφού τους στερήθηκαν μικρά. Γι’ αυτό, γι’ αυτά τα παιδιά που είχαν δικαίωμα να γνωρίσουν τους γονείς τους, για τους γονείς που είχαν δικαίωμα να ζουν μαζί με τα παιδιά τους δεν έχουμε δικαίωμα όλοι εμείς να ξεχάσουμε.
Δεν έχουμε δικαίωμα να ξεχάσουμε 57 ανθρώπους χαμογελαστούς, ή όσους είναι τελικά, με όνειρα που το νήμα της ζωής τους κόπηκε βίαια και που ενώ κατευθύνοντας προς την ΖΩΗ, βρέθηκαν ξαφνικά να ανεβαίνουν στα λευκά προς το Φως της σκάλας του Ουρανού, κοιτάζοντας όλους εμάς από εκεί ψηλά, να προσπαθούμε να ανοίξουμε τις χειροκίνητες μπάρες για να περάσει ο σύγχρονος «συρμός» της δικής μας ζωής, που μέχρι τώρα πήγαινε, με τις δικές μας επιλογές και με την δική μας ανοχή, με χειροκίνητα κλειδιά, χωρίς τηλεδιοίκηση και οργάνωση και με τη «μανιβέλα».