Όπως κάθε χρόνο, στα τέλη Ιουλίου, έτσι και φέτος από τις 29 έως και τις 31 του μηνός Ιουλίου διοργανώθηκαν στο Κομπότι οι τριήμερες εορταστικές εκδηλώσεις «Σκουφαϊκά», προς τιμήν του Νικόλαου Σκουφά, ιδρυτή της Φιλικής Εταιρίας, ο οποίος καταγόταν από Κομπότι. Οι εκδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν υπό την αιγίδα του Δήμου Νικολάου Σκουφά και του Πολιτιστικού Συλλόγου Κομποτίου. Η κορύφωση των εκδηλώσεων αυτών έγινε με την επιμνημόσυνη δέηση και κατάθεση στεφάνων μπροστά στον Ανδριάντα του Νικολάου Σκουφά, στην κεντρική πλατεία του Κομποτίου, με εκφώνηση πανηγυρικού και στη συνέχεια παραδοσιακή μουσική. Είναι άραγε υπερβολή να αφιερώνονται τόσες εκδηλώσεις στο Νικόλαο Σκουφά; Θα έλεγα απερίφραστα όχι. Διότι με τις εκδηλώσεις αυτές αποτίουμε φόρο τιμής όχι μόνο στο Νικόλαο Σκουφά, χάρη στον οποίο, κατά μεγάλο βαθμό, μπορούμε να είμαστε σήμερα ελεύθεροι, αλλά πολύ περισσότερο στην ιδέα και το όραμα που ο Σκουφάς ανέδειξε, υπηρέτησε και τελικά στο οποίο αφιέρωσε τη ζωή του. Την ιδέα και το όραμα της ελευθερίας. Ποιος ήταν και τι ήταν ο Νικόλαος Σκουφάς; Για το ποιος ήταν υπάρχουν κάποιες μαρτυρίες. Είναι γνωστό ότι είχε γεννηθεί στο Κομπότι, από φτωχούς γονείς το 1779, ενώ το «Σκουφάς» δεν ήταν εξαρχής το επώνυμό του (άλλωστε στην οθωμανική αυτοκρατορία, εκείνη την εποχή, δεν συνήθιζαν να καταγράφουν επώνυμα, αλλά μόνο πατρώνυμα ή επαγγελματικά προσωνύμια). Αργότερα ακολούθησε το επάγγελμα του εμπόρου, εργαζόμενος σε εμπορικό κατάστημα της Άρτας για αρκετά χρόνια. Στη συνέχεια, ακολουθώντας το ρεύμα της εποχής, μετανάστευσε στη Ρωσία και συνέχισε την εμπορική του δραστηριότητα στην Οδησσό, όπου υπήρχε ακμάζουσα ελληνική παροικία.
Εδώ έρχεται να προστεθεί το δεύτερο ερώτημα. Τι ήταν ο Νικόλαος Σκουφάς; Στο ερώτημα αυτό δεν είναι εύκολες οι απαντήσεις. Το σίγουρο είναι πως δεν ήταν ένας πλούσιος, γνωστός και απολύτως επιτυχημένος έμπορος της ομογένειας της Οδησσού. Αν είχε συμβεί κάτι τέτοιο, θα βρισκόταν σίγουρα στις λίστες παρακολούθησης της ρωσικής αστυνομίας και θα ξέραμε περισσότερα για τη ζωή του. Δεν ήταν επίσης ένας απλός ονειροπόλος οραματιστής με θεωρητικές αναζητήσεις και ελπίδες για ελευθερία. Αν ήταν έτσι, δεν θα μπορούσε να στήσει, να οργανώσει και να διευθύνει μέχρι το τέλος της ζωής του μια μυστική οργάνωση, όπως η Φιλική Εταιρεία, με τόση επιτυχία. Διότι η Φιλική Εταιρεία, ανεξάρτητα από τον τελικό παραγκωνισμό της από την ηγεσία της ελεύθερης Ελλάδας, πέτυχε και να κρατήσει μυστικό το πλαίσιο λειτουργίας της και να παραπλανήσει τους Οθωμανούς ηγέτες (όπως παραδέχεται και ο τούρκος ιστορικός των αρχών του 20ου αιώνα Ντζεβδέτ μπέης) και να οργανώσει την έναρξη της επανάστασης με τέτοιο τρόπο που να μη μπορεί να ανακοπεί η πορεία της. Αυτές οι επιτυχίες απαιτούν ικανότητες και οργανωτική δύναμη, ηγετικό πνεύμα και συνεργατικότητα, ομαδική δουλειά αλλά και ατομικό πείσμα. Αυτά μας δίνουν και την απάντηση στο ερώτημα τι ήταν τελικά ο Νικόλαος Σκουφάς. Ήταν ένας άνθρωπος της εποχής του, που έβλεπε, όμως, μπροστά από την εποχή του. Ανήκε στη μεσαία τάξη των εμπόρων της Οδησσού, αλλά σκεφτόταν σαν να ανήκε στην πνευματική ελίτ του έθνους. Είχε όραμα, αλλά και πρακτικό πνεύμα. Και, το σημαντικότερο, είχε την ταπεινότητα αλλά και τη μεγαλοφροσύνη που χρειαζόταν για να αντιληφθεί πως δεν μπορούσε το σχέδιο που κατάρτισε, το όραμα που ονειρεύτηκε να το πραγματοποιήσει μόνος του. Πως, για να γίνει πράξη η θεωρία, χρειαζόταν ομάδα που να είναι πιστή και συγκροτημένη, με διάθεση και αφοσίωση για την επίτευξη του στόχου. Έτσι φτάσαμε στη Φιλική Εταιρεία.
Αυτό, όμως, που θα πρέπει να τονιστεί για τη Φιλική Εταιρεία είναι η ιδιαιτερότητα που εμφανίζει σε σχέση με άλλες ανάλογες μυστικές εταιρείες της εποχής της. Μόνον αυτή υπήρξε οργάνωση που δημιουργήθηκε από άτομα που προέρχονταν άμεσα από το λαό, που έδρασε μέσα στο λαό με στόχο μια λαϊκή εξέγερση ενάντια στον ξένο κατακτητή. Αυτή η επιτυχία της μας δείχνει το δρόμο που μπορεί να οδηγήσει στην επιτυχία οποιουδήποτε στόχου, ακόμη και του πιο δύσκολου ή του φαινομενικά ανέφικτου. Πρόκειται για το τρίπτυχο πίστη, αφοσίωση, ομαδικότητα. Η πίστη στο Θεό ήταν βασική ανάγκη αλλά και προϋπόθεση για να αποκτήσουν οι υπόδουλοι Έλληνες αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους. Ήταν τέτοια η πίστη τους, που μεταδόθηκε σε όλη την Ευρώπη, συγκροτώντας έτσι το μεγάλο φιλελληνικό κίνημα που αποτέλεσε το έναυσμα και τη θρυαλλίδα που τελικά έβαλε μπουρλότο στα θεμέλια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η αφοσίωση στο μεγάλο σκοπό αποτελεί το τελικό κατόρθωμα της πίστης. Η πίστη σε οδηγεί να δοθείς ψυχή τε και σώματι στο έργο της επίτευξης του στόχου, να θέτεις όλο και μεγαλύτερα όρια, να αγωνίζεσαι με τελικό διακύβευμα την ίδια σου τη ζωή. Το σύνθημα «Ελευθερία ή Θάνατος» υπήρξε η μεγαλύτερη έμπνευση και η ουσιαστική παράμετρος επιτυχίας των επαναστατών. Δείχνοντας με τον τρόπο αυτό ότι δεν δίσταζαν να θυσιάσουν το πιο πολύτιμο γι’ αυτούς αγαθό, την ίδια τους τη ζωή, δηλαδή, οι επαναστάτες του 1821 αφαιρούσαν από τους αντιπάλους τους τη δυνατότητα να τους δελεάσουν με οτιδήποτε θα μπορούσε να τους σταματήσει από την απόφασή τους. Σ’ αυτό τον τελικό αφοπλισμό μεγάλο ρόλο έπαιξε η ομαδικότητα, η συνεργασία και το πνεύμα αλληλεγγύης που εδραίωσε η Φιλική Εταιρεία, όσο κι αν αυτό στη συνέχεια υπονομεύτηκε από τους διαδοχικούς εμφυλίους πολέμους του 1823-1825. Αυτό ακριβώς μπορεί να αποτελέσει την πιο ακριβή παρακαταθήκη που αφήνει πίσω του ο Σκουφάς και η Φιλική Εταιρεία στους σημερινούς Έλληνες. Την ξεκάθαρη απόδειξη, δηλαδή, ότι πολύ πιο σημαντικό ρόλο από τη νίκη ή την ήττα σ’ έναν αγώνα παίζει όχι μόνο η απόφαση, αλλά κυρίως η βούληση των καταπιεσμένων να αγωνιστούν για την αποτίναξη του ζυγού τους.
Γράφει
ο Κώστας Κωσταβασίλης