Skip to content

Η πρόσφατη απόφαση της Υπουργού Παιδείας κυρίας Νίκης Κεραμέως να θεσμοθετηθεί βάουτσερ (σα να λέμε «επιταγή ειδικού σκοπού και για συγκεκριμένη χρήση» ή αλλιώς «κουπόνι») αξίας 200€ για κάθε εκπαιδευτικό, ώστε αυτός/ή να αναβαθμίσει ή και να αποκτήσει τεχνολογικό εξοπλισμό για την άσκηση τλεκπαίδευσης, είναι ενδεικτική του πόσο απαξιώνεται η δημόσια εκπαίδευση και , περισσότερο απ’ όλα, οι λειτουργοί της, τόσο από την πολιτική ηγεσία του αρμόδιου για την εκπαίδευση Υπουργείου (και όχι μόνον από τη συγκεκριμένη κυβέρνηση, αλλά από σχεδόν όλες τα τελευταία 20 χρόνια), όσο και από τη νομοθετική εξουσία.

Για να καταλάβουμε περί τίνος πρόκειται, ας δούμε τα πράγματα από ένα χρονικό διάστημα λίγο πιο πριν από την ανακοίνωση του βάουτσερ. Αντιγράφω από ανακοίνωση της ΠΕΚ Καθηγητών: «Ενώ με το νόμο 4807/21 (δημοσιεύτηκε στις 11/6/2021) (η κυβέρνηση) θεσμοθέτησε την υποχρέωση της Πολιτείας να παρέχει τον απαραίτητο τηλεπικοινωνιακό και τεχνολογικό εξοπλισμό για τηλεργασία σε όλες τις κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων, εξαίρεσε από τη ρύθμιση αυτή μόνον τους εκπαιδευτικούς!  Ειδικότερα στο  άρθρο 12 του νόμου ορίζεται ότι: «Η υπηρεσία του φορέα που είναι αρμόδια για την παροχή εξοπλισμού και την πληροφοριακή υποστήριξη, προμηθεύει τον υπάλληλο με τον απαραίτητο και κατάλληλο για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων του μέσω τηλεργασίας, τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό και τεχνολογική συσκευή (εφεξής «Σταθμός Τηλεργασίας») και παρέχει υποστήριξη για την εγκατάστασή του…    Ο φορέας επιβαρύνεται με το κόστος συντήρησης και τυχόν αναβάθμισης του Σταθμού Τηλεργασίας και ευθύνεται για την αντικατάστασή του σε περίπτωση βλάβης ή καταστροφής του ….» Στο άρθρο 4 όμως εξαιρεί από τη ρύθμιση τους εκπαιδευτικούς σε κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης και κατάρτισης».

Πραγματικά, προς επίρρωσιν των όσων αναφέρονται στην εν λόγω ανακοίνωση, στο άρθρο 4 του συγκεκριμένου Νόμου αναφέρεται επί λεξει: «Στις διατάξεις του παρόντος υπάγονται οι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι και οι υπάλληλοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου ή ορισμένου χρόνου, συμπεριλαμβανομένων των απασχολούμενων με σύμβαση έμμισθης εντολής, καθώς και οι αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί που ασκούν διοικητικό έργο, εφόσον η φύση των καθηκόντων τους καθιστά εφικτή την εκτέλεσή τους μέσω τηλεργασίας. Εξαιρούνται του πεδίου εφαρμογής: α) οι ασκούντες καθήκοντα προϊσταμένου και β) το υπόλοιπο εκπαιδευτικό προσωπικό και οι εκπαιδευτές σε όλες τις δομές κάθε βαθμίδας εκπαίδευσης και κατάρτισης.» Για να το κάνουμε σαφέστερο, όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν από την υπηρεσία τους να τους παράσχει τον κατάλληλο εξοπλισμό για να ασκήσουν τηλεργασία, οι εκπαιδευτικοί, όμως, όχι! Κι ας στήριξαν την τηλεκπαίδευση χωρίς καμία προηγούμενη επιμόρφωση για τρεις και πλέον μήνες στην αρχή της πανδημίας και το χειμώνα του 2021! Κι ας πέρασαν από 40 κύματα, μέσα από αυτό-οργάνωση (π.χ. η ομάδα του Facebook «Εξ αποστάσεως εκπαίδευση») και αλληλοβοήθεια. Φανταστείτε μια οικογένεια εκπαιδευτικών να πρέπει να καλύψει α) την τηλεκπαίδευση του ενός γονέα, β) την τηλεκπαίδευση ή την τηλεργασία του άλλου γονέα, γ) την τηλεκπαίδευση του ενός παιδιού, δ) την τηλεκπαίδευση του άλλου παιδιού ταυτόχρονα! Με ποια τεχνολογικά μέσα και με ποιους πόρους αλήθεια;

Και έρχεται το αρμόδιο Υπουργείο να προσφέρει τη λύση: «βάουτσερ» των 200 ευρώ! Όταν όλος ο κόσμος γνωρίζει ότι με το ποσόν αυτό ούτε τάμπλετ δε μπορείς να βρεις στην αγορά! Δε μιλάμε για ψηφιακές γραφίδες, δεύτερη οθόνη (αν θέλεις να είσαι σωστός στη δουλειά σου και να έχει εναλλακτική για να δείχνεις ασκήσεις και γραφήματα στα παιδιά, λάπτοπ ή σταθερές μονάδες. Αυτά θεωρούνται είδη πολυτελείας. Θα μπορούσε, βεβαίως, να εφαρμοστεί η λύση που πρότεινε η ΟΛΜΕ, (ποιος «εγκέφαλος» τη σκέφτηκε ήθελα να ήξερα) να εφαρμόζεται η τηλεκπαίδευση από τα σχολεία, όταν τα περισσότερα (αν όχι όλα τα) σχολεία διαθέτουν αξιόπιστους υπολογιστές μόνο στο εργαστήριο υπολογιστών! Αλλά ας πούμε ότι διαθέτουν και στο γραφείο των καθηγητών (πόσους; 2-3;)! Θα κάνουν όλοι οι εκπαιδευτικοί ταυτόχρονα μάθημα σε μία αίθουσα; Μπράβο στους φωστήρες που το σκέφτηκαν!

Το τραγικό δεν είναι ότι στο Υπουργείο σκέφτηκαν ότι με το «κοκαλάκι» των 200€ θα μπορούσαν να εμφανίζονται πως ενδιαφέρονται για την υποστήριξη των εκπαιδευτικών. Το ακόμα τραγικότερο είναι ότι υπάρχει πολύς κόσμος που σοβαρά πιστεύει πως οι εκπαιδευτικοί μόνο αυτό αξίζουν, καθώς είναι υπερβολικά αμοιβόμενοι/ες. Είναι η ίδια η κοινωνία μας που έχει απαξιώσει τη δημόσια εκπαίδευση. Όσοι ενδιαφέρονται γι’  αυτή, ας έρθουν τώρα με την επέλαση της «Ελπίδας» (άλλο πάλι και τούτο, να δίνουμε τέτοια ονόματα σε φαινόμενα κακοκαιρίας!) να δουν σε ποιες συνθήκες εργαζόμαστε, με ανεπαρκώς μονωμένα κτήρια (πολλά από τα οποία έχουν προδιαγραφές τις δεκαετίας του 30 και του 40), χωρίς επαρκή θέρμανση, με τα παράθυρα ανοιχτά (λόγω κορωνοϊού), με ανεπαρκή φωτισμό, χωρίς τεχνολογική υποστήριξη στις αίθουσες (τα περισσότερα), χωρίς γραφεία της προκοπής για τους/τις εκπαιδευτικούς, με θρανία οι προδιαγραφές των οποίων ανάγονται στη δεκαετία του 80 (τα ίδια θρανία υπάρχουν στις σχολικές αίθουσες του 2022, με αυτά που υπήρχαν το 1982-85 που ήμουν εγώ μαθητής Λυκείου), με συστήματα θέρμανσης που (παρόλες τις καλές προθέσεις των δήμων) δεν μπορούν να ζεστάνουν γρήγορα τα τεράστια κτήρια που μένουν άδεια και χωρίς θέρμανση από το μεσημέρι ως το άλλο πρωί, χωρίς κλιματισμό (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων για τα γραφεία των εκπαιδευτικών).

Όσοι απαξιώνουν τους/τις εκπαιδευτικούς ας σκεφτούν πώς είναι δυνατόν από ανίκανους/ες εκπαιδευτικούς να προκύπτουν μαθητές/τριες, που όταν βγαίνουν στο εξωτερικό, αριστεύουν στα ξένα πανεπιστήμια. Κι ας αποφασίσουν να σκύψουν πάνω στα προβλήματα της εκπαίδευσης στην Ελλάδα που είναι κυρίως δομικά. Πρέπει να είμαστε η μοναδική Ευρωπαϊκή χώρα που διατηρεί το ίδιο εκπαιδευτικό σύστημα 45 ολόκληρα χρόνια. Αυτό θα πρέπει να αλλάξει κυρίως και οι κτηριακές υποδομές. Ας κάνουν κάτι γι’  αυτά οι αρμόδιοι και τους χαρίζουμε και το «βάουτσερ»!

Γράφει ο

Κώστας Κωσταβασίλης