Skip to content

Ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης γεννήθηκε στις Σέρρες το 1967. Σπούδασε στη Νομική Σχολή της Αθήνας και στη Δραματική Σχολή Βεάκη. Από την πεζογραφική του παραγωγή κυκλοφορούν τα βιβλία: Οι τέσσερις τοίχοι, Ο φιλοξενούμενος, Φυσικές ιστορίες, Ύπνος, Το ελάχιστο ίχνος και Το όνομά σου, που μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη, όλα από τον εκδοτικό οίκο Το Ροδακιό. Μυθιστορήματά του και θεατρικά έργα έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, ισπανικά, γερμανικά, πορτογαλικά, γεωργιανά και τουρκικά. Έχει γράψει τα θεατρικά έργα: Μεταμφίεση, Λάσπη, Λα Πουπέ, Αέρας, Στην οθόνη φως, Τον άυλο εσένα, Κέικ, Πεταλούδα σε πηγάδι, Στον Παράδεισο, Το σπίτι με τα φίδια, Η βαλίτσα της Ουρανίας Σελέστ, Λύκαινες,τα οποία έχουν παρασταθεί σε πολλές σκηνές. Επίσης, έχει συγγράψει λιμπρέτα βασισμένα στο Ζ του Β. Βασιλικού και την Πάπισσα Ιωάννα του Εμ. Ροΐδη για την Εθνική Λυρική Σκηνή. Για πολλά χρόνια έχει διδάξει δημιουργική θεατρική γραφή. Διακρίσεις: Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα του περιοδικού Διαβάζω (2000), Prix Laure-Bataillon (2004), υποψηφιότητα στη βραχεία λίστα για το βρετανικό Independent Foreign Fiction Prize (2007), Βραβείο Κοινού στο Φεστιβάλ Θεάτρου της Χαϊδελβέργης (2013), Βραβείο περιοδικού Κλεψύδρα (2014), Κρατικό Λογοτεχνικό Βραβείο (2023).

Πώς προετοιμάζετε τη συγγραφή ενός βιβλίου;

Η προετοιμασία είναι πάντοτε μια εσωτερική διεργασία ζύμωσης. Συνειδητά αποφεύγω τη διεξοδική έρευνα γύρω από τα αντικειμενικά, πραγματικά στοιχεία που, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο, χρειάζονται για την τεκμηρίωση ορισμένων δεδομένων της αφήγησης. Δεν το κάνω από φυγοπονία, απλώς πιστεύω ότι αυτή η έρευνα αντί να με πλουτίσει με ιδέες και δυνατότητες πιο πολύ θα με αποπροσανατολίσει ή θα με «καπελώσει». Πρέπει να νιώσω πως η ιδέα του βιβλίου ανδρώνεται μέσα μου αποκλειστικά από το δικό μου ψυχικό υλικό, πως συντίθεται από τα δικά μου γονίδια. Όταν αργότερα, στο στάδιο της γραφής δηλαδή, χρειαστεί να αποκτήσω συγκεκριμένη πληροφόρηση για πράγματα που δεν γνωρίζω, τότε θα ανατρέξω στις πηγές (στο διαδίκτυο δηλαδή) και θα αντλήσω όσα στοιχεία χρειάζομαι, τα οποία, και πάλι, θα χρησιμοποιήσω με αρκετή φειδώ. Αλλά αυτό γίνεται σε δεύτερο χρόνο, η προτεραιότητα είναι άλλη: να ενεργοποιηθεί το υποσυνείδητο. Το συνειδητό ακολουθεί. Για μένα, προετοιμασία σημαίνει να ξεμοναχιάζομαι κάπου ήσυχα αγκαλιά με το θέμα μου.

Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί το βιβλίο Το όνομά σου;

Δεν χρειάστηκε ιδιαίτερη αφορμή. Ήταν η φυσική κατάληξη της συγγραφικής πορείας και ολοκλήρωσης του έργου. Οι εξωτερικοί παράγοντες (επικαιρότητα, σωστό timing εμφάνισης στα ράφια κ.λπ.) έπαιξαν, και εδώ, μηδαμινό ρόλο.

Πρωταγωνιστής της νουβέλας είναι ο γιος ενός επιτυχημένου και διάσημου καθηγητή. Ενώ φαινομενικά τα έχει όλα λυμένα, κάποια πράγματα τα έχει κρύψει μέσα του. Ποιος είναι ο λόγος;

Μα γιατί όσο πιο λυμένα είναι όλα τα ζητήματα στην αρχή της ζωής ενός ανθρώπου, τόσο πιο δυσεπίλυτα εμφανίζονται τα προβλήματα στη συνέχεια. Φροντίζουμε να παρέχουμε στα παιδιά μας ένα απόλυτα ταχτοποιημένο και άνετο περιβάλλον, οδηγώντας τα έτσι στην αδράνεια και τη μαλθακότητα. Από κει κι ύστερα όποιο αγκάθι εμφανιστεί μπροστά τους πρέπει να κουκουλωθεί. Νιώθουν πως δεν έχει θέση στον πλαστά ανέφελο κόσμο τους.

Γιατί δεν υπάρχει καλή επικοινωνία μεταξύ γιου και πατέρα;

Οι ανθρώπινες σχέσεις δεν είναι εύκολες, ιδίως οι οικογενειακές. Πολύ συχνά αντί να λειτουργεί ως μια συνεκτική ομάδα δράσης, η οικογένεια γίνεται στίβος ακραίων ανταγωνισμών και πληγωτικών αντιπαραθέσεων. Συχνά δε όλα αυτά τα αποτρόπαια συμβαίνουν μέσα σε εκκωφαντική βουβαμάρα.

Όσο πιο λυμένα είναι όλα τα ζητήματα στην αρχή της ζωής ενός ανθρώπου, τόσο πιο δυσεπίλυτα εμφανίζονται τα προβλήματα στη συνέχεια.

Η νουβέλα είναι γραμμένη στο δεύτερο πρόσωπο. Αυτό το στοιχείο τι ρόλο παίζει στην πορεία του έργου;

Δίνει στον αναγνώστη την ψευδαίσθηση ότι παρακολουθεί λαθραία μια ιδιωτική συνομιλία. Συνομιλία, τρόπος του λέγειν δηλαδή, καθώς ο ένας μόνο από τους δυο συμμετέχοντες μιλάει, ο άλλος σιωπά και ακούει. Ωστόσο, η εικόνα και η παρουσία του σιωπηλού «συνομιλητή», του πατέρα δηλαδή, καθίσταται εξίσου σημαντική με εκείνη του ομιλούντος. Είναι δύο σε αυτή την παρτίδα.

Η γυναικεία παρουσία είναι περιορισμένη. Παντού κυριαρχεί ο πατέρας. Τι συμβαίνει όταν ο πατέρας είναι κυριαρχικός;

Το τι θα συμβεί εξαρτάται από την ιδιοσυστασία του τέκνου. Η εικόνα ενός κυριαρχικού πατέρα μπορεί, μιμητικά, να οδηγήσει στη διάπλαση μιας εξίσου ισχυρής προσωπικότητας ή, αντίθετα, στη δημιουργία ενός εντελώς ακυρωμένου, άβουλου και ανερμάτιστου όντος. Ή, ακόμα, στην περίπτωση ενός ενοχικού προσώπου, που αγωνίζεται διαρκώς και εναγωνίως να αποδείξει την αξία του. Όσο δε για την περιορισμένη γυναικεία παρουσία, την οποία επισημαίνετε, ίσως και να οφείλεται σε δική μου συγγραφική παραξενιά. Ενώ στα θεατρικά μου έργα οι γυναίκες αποτελούν τη μεγάλη πλειονότητα των ρόλων, στην πεζογραφία επικεντρώνομαι περισσότερο στους άντρες. Άγνωστο γιατί. Προς ψυχανάλυση…

vaggelis xatzigiannidis 011124

Ο γιος κλείνεται στη φυλακή. Μας αφηγείται έναν διαφορετικό κόσμο. Μπορείς να κάνεις φίλους στη φυλακή;

Η ανάγκη του ανθρώπου να δημιουργεί δεσμούς φιλίας δεν ακυρώνεται από το είδος του περιβάλλοντος στο οποίο θα βρεθεί. Ίσως, μάλιστα, να γίνεται ισχυρότερη όταν αυτό εμφανίζεται αφιλόξενο ή απειλητικό. Συνεπώς, και βέβαια μπορείς να κάνεις φίλους στη φυλακή. Έτσι σκέφτομαι, μολονότι δεν είχα αυτή την εμπειρία στην πραγματική ζωή, έως τώρα.

Ασχολείται με τη γλυπτική και προσπαθεί να ξεφύγει. Τι συμβολίζει η κατασκευή που φτιάχνει στο εργαστήριο της φυλακής;

Το γλυπτό ομοίωμα το οποίο λαξεύει ο ήρωας αντιπροσωπεύει την ύστατη προσπάθειά του να δώσει μορφή στους αόρατους δαίμονες που τον κυριεύουν. Όταν δίνεις υλική υπόσταση σε έναν άυλο δυνάστη, του κλέβεις τη δύναμή του. Έτσι τουλάχιστον πιστεύει. Θέλει λοιπόν να στήσει το κακό απέναντί του, στο ένα μέτρο. Και στο τέλος αποφασίζει να καταστρέψει αυτό το γλυπτό, ώστε να ελευθερωθεί για πάντα από την επιρροή του. Δηλαδή, απ’ ό,τι σκοτεινό τον διακατέχει.

Η συνείδησή του, η τύχη του, η ερωτική στέρηση, το ψυχρό οικογενειακό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε; Τι είναι αυτό που, όπως και τον ήρωα, μας ωθεί στις αποφάσεις μας; Κατά πόσο αυτές σχετίζονται με τον παράγοντα τύχη;

Μπορεί όλα αυτά που λέτε να καθορίζουν τις αποφάσεις μας, αλλά υπάρχει και κάτι άλλο εξίσου σημαντικό. Μια εσώτερη φωνή που μας ορμηνεύει να πάμε από εδώ ή από κει, που φωνάζει «Ζήτω!» όταν μας έρχεται μια καλή ιδέα ή που, άλλες φορές, μας λέει «Μακριά!». Και αυτό γίνεται αυτόματα, δίχως σκέψη, είναι ίσως αυτό που κάποιοι ονομάζουν «ένστικτο» και που το έχουμε όλοι μας νομίζω, ακόμα κι εκείνοι που θεωρούν τους εαυτούς τους διόλου ενστικτώδεις. Τις σημαντικές αποφάσεις της ζωής μας δεν τις λαμβάνουμε, πιστεύω, με το μυαλό μας, αλλά ούτε και με το συναίσθημα, τις παίρνει ουσιαστικά αντί για εμάς ένας εαυτός που δεν καλογνωρίζουμε, η διάνοιά μας. Γι’ αυτό και πολλές φορές εκπλησσόμαστε με τις αποφάσεις μας. Σαν να μην είναι δικές μας.

Όταν δίνεις υλική υπόσταση σε έναν άυλο δυνάστη, του κλέβεις τη δύναμή του.

Ποιος είναι ο λόγος που το αναπάντεχο ανατρέπει τη ζωή του ήρωα;

Η αιτία που το αναπάντεχο, το τυχαίο και το συμπτωματικό καθορίζει τις ζωές όχι μόνο των λογοτεχνικών ηρώων αλλά και όλων μας, παραμένει αδιευκρίνιστη, την αναγνωρίζουμε ωστόσο ως απολύτως σημαντική. Θα ήταν κατάρα να διάγουμε έναν βίο όπου τα πάντα είναι απολύτως προδιαγεγραμμένα, γνωστά εκ των προτέρων και προβλέψιμα. Πρέπει να κάνουμε σπονδές στον θεό του απροσδόκητου, ακόμα κι αν μας επιφυλάσσει συμφορές.

Πέρα από τη λογοτεχνία, ασχολείστε και με το θέατρο. Πώς τα καταφέρνετε και τα δύο;

Έτσι όπως κάποιος μαθαίνει και εξασκείται σε μια δεύτερη ξένη γλώσσα. Διαφορετική γραμματική, άλλο συντακτικό, άλλος ήχος, αλλά στη βάση η ίδια ανάγκη: να εκφράσεις, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια, σκέψεις και συναισθήματα.

Ποια είναι η σημασία των βραβείων στο έργο του συγγραφέα;

Έτσι κι αλλιώς, ένα βραβείο έρχεται όταν το έργο έχει πια ολοκληρωθεί και εκδοθεί. Είναι άσχετο με τη δημιουργική καλλιτεχνική διαδικασία. Η όποια ικανοποίηση αντλείται, σχετίζεται περισσότερο με τη ναρκισσιστική πλευρά του προσώπου που βραβεύεται και λιγότερο με την ενίσχυση της δημιουργικής του έφεσης. Για να το πω λίγο διαφορετικά. Στη χειρότερη περίπτωση πρόκειται για απλή κολακεία του εγώ. Στην καλύτερη μπορεί μια βράβευση να λειτουργήσει ως ενθάρρυνση στον, όχι εύκολο, δρόμο της γραφής.

Πρέπει να διαβάζει ο συγγραφέας;

Ναι. Ωστόσο, πιστεύω πως πρέπει να διαβάζει όχι πολλά βιβλία κάθε χρόνο, αλλά λίγα και καλά. Αυτά που θα του εμπνεύσουν θαυμασμό για το μεγαλείο ενός συγγραφικού νου που συλλαμβάνει κόσμους και τους αποτυπώνει ανάγλυφα με λέξεις. Αυτά που θα νιώσει ότι ξεπερνούν σε τέχνη και τεχνική τα δικά του γραπτά. Και, άρα, θα λειτουργήσουν ως κίνητρο για βελτίωση, για προχώρημα της τέχνης του σε επόμενη βαθμίδα. Τα βιβλία που ζηλεύουμε, αυτά μας βοηθούν να εξελιχθούμε.

Ποιο βιβλίο διαβάσατε τελευταία και σας εντυπωσίασε;

Τζέννυ Έρπενμπεκ, Σκύβαλα. Ιδιαίτερη συγγραφική ματιά, λόγος ακριβοζυγισμένος, σε μια εξαίρετη μετάφραση [του Αλέξανδρου Κυπριώτη].

Δείτε εδώ συνεντεύξεις του κ. Ιντζέμπελη