Skip to content
Ένα νόστιμο οδοιπορικό στην Άρτα με αφορμή την ένταξη της περιοχής στις «Γαστρονομικές Κοινότητες»…
Η Άρτα είναι η πρωτεύουσα του νομού Άρτας και η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ηπείρου μετά τα Γιάννενα. Ίσως ο πρώτος συνειρμός που έρχεται στην υπόλοιπη Ελλάδα όταν ακούει το όνομά της να είναι το φημισμένο, πέτρινο γεφύρι της, αλλά στην πραγματικότητα ο τόπος αυτός έχει τόσους παραπάνω λόγους για να γίνει γνωστός, ακόμα και εκτός συνόρων.

Η Άρτα έχει πλούσια πολιτιστική κληρονομιά (το φανταστικό ομώνυμο γεφύρι που ενέπνευσε το ξακουστό δημοτικό τραγούδι, αλλά και οι εντυπωσιακές βυζαντινές εκκλησίες της είναι μόνο μερικά παραδείγματα), μια σαγηνευτική ομορφιά γεμάτη με πράσινα βουνά, κρυστάλλινα ποτάμια (εδώ κυλούν ο Λούρος και ο φημισμένος Άραχθος) και ζωτικής σημασίας λιμνοθάλασσες, μα κυρίως έχει μια νόστιμη γαστρονομική ιστορία που αξίζει να ακουστεί.

​Η κουζίνα της Άρτας στηρίχθηκε στην αξιοποίηση των τοπικών προϊόντων και στην ευρηματικότητα των γυναικών της περιοχής που με τα χρόνια διαμόρφωσαν μια πλούσια γαστρονομική παράδοση.

Για αυτό και πολύ σωστά η Άρτα πρόσφατα εντάχθηκε στο πρόγραμμα «Γαστρονομικές Κοινότητες» σε μια προσπάθεια να προβάλλει την τοπική κουζίνα και την πλούσια παραγωγή της.
Οι Γαστρονομικές Κοινότητες είναι μια ιδέα που ανήκει στον Γιώργο Πίττα και έχει στόχο να καταγράψει την ποιοτική γαστρονομική προσφορά κάθε περιοχής της χώρας, να συνδέσει τον τουρισμό με τον γαστρονομικό πολιτισμό, και να αναδείξει την περιοχή ως μια ολοκληρωμένη πρόταση προορισμού.
Καλύτερα, όμως, αφηγείται το εγχείρημα ο ίδιος ο Γιώργος Πίττας: «Είναι κοινά αποδεκτό – ειδικά στον κόσμο της Γαστρονομίας και του Τουρισμού – ότι η γαστρονομία προσδίδει αξία σε κάθε τόπο, συμβάλλει στην ανάπτυξη του αγροδιατροφικού κλάδου, τονώνει την τοπική οικονομία, διαμορφώνει την πολιτιστική ταυτότητα κάθε τόπου, ενισχύει την τουριστική ταυτότητα και το brand name κάθε περιοχής, είναι η δεύτερη προτεραιότητα στους παράγοντες επιλογής ενός προορισμού, και τέλος η αξία της διατροφής αποτελεί το 1/3 της τουριστικής δαπάνης. 
Πώς όμως η γενική διαπίστωση για τη σπουδαιότητα της γαστρονομίας μπορεί να γίνει δράση και να μετατραπεί σε απτό αποτέλεσμα; Η άποψή μου είναι ότι η γαστρονομία πρέπει να αναπτυχθεί σε τοπικό επίπεδο. 

Η δε γαστρονομική ταυτότητα κάθε τόπου θα αναδειχθεί μόνον και μόνον όταν οι επαγγελματίες του ευρύτερου τομέα της γαστρονομίας (αγρότες, μεταποιητές, εστίαση, φιλοξενία) εμπλακούν και συνεργαστούν για να αξιοποιήσουν τον γαστρονομικό πλούτο του τόπου τους».

Το πρόγραμμα Γαστρονομικές Κοινότητες μετράει ήδη 11 περιοχές, ενώ σύντομα θα προστεθούν ακόμη περισσότερες. Μέσα από αυτό το πρόγραμμα μάθαμε κι εμείς λίγο καλύτερα την Άρτα. Και να μερικά πράγματα που μας έκαναν εντύπωση…

“Thesauri”, η πρώτη ελληνική εταιρεία παραγωγής χαβιαριού
Ο Αμβρακικός κόλπος πήρε το όνομά του από την αρχαία Αμβρακία, πόλη με σημαντική ιστορία κτισμένη στις όχθες του Αράχθου στη θέση της σημερινής Άρτας.  Εξαιτίας της κλειστής θάλασσας του κόλπου, αλλά και της ποικιλομορφίας των βιότοπων που υπάρχουν εκεί, αποτελεί ένα από τα 17 σημαντικότερα εθνικά πάρκα της Ελλάδας.
Η λιμνοθάλασσα του Αμβρακικού κόλπου είναι ένα φυσικό λιβάδι αλιευμάτων, ένας σημαντικός υγροβιότοπος και ταυτόχρονα ένα από τα μεγαλύτερα φυσικά ιχθυοτροφεία της Ελλάδας. Εδώ είναι μάλιστα που στήθηκε η “Thesauri”, η πρώτη ελληνική εταιρεία παραγωγής χαβιαριού.
Στις σύγχρονες εγκαταστάσεις της Thesauri θα δεις κανείς μεγάλες δεξαμενές όπου κολυμπούν διάφορα είδη οξύρρυγχων, μερικοί από τους οποίους είναι τεράστιοι σε μέγεθος. Το πιο σπάνιο είδος οξύρρυγχου είναι το Beluga και είναι αυτό που δίνει το πρώτο σε ποιότητα χαβιάρι.
Χρειάζεται 12 χρόνια για να ενηλικιωθεί και να είναι έτοιμο να γεννήσει, και όταν το κάνει μπορεί να φτάσει τα 300-400 κιλά να ζήσει ακόμη και 100 χρόνια!
Λίγα χιλιόμετρα μακριά από τον Αμβρακικό υπάρχει ακόμη μία μονάδα εκτροφής ιχθύων, αυτή τη φορά των διάσημων χελιών του Γείτονα. Ο Βασίλης Γείτονας έστησε μια κάθετη μονάδα εκτροφής του συγκεκριμένου είδους το 1985, καθώς πρόσεξε ότι ειδικά τα χέλια του Αμβρακικού είναι ένας μεζές που μπορεί να σταθεί σε κάθε delicatessen του κόσμου. Σήμερα την επιχείρηση έχει αναλάβει ο γιος του Βαγγέλης, καταφέρνοντας να κάνει το ελληνικό χέλι γνωστό σε όλη την Ευρώπη εξάγοντας το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής του.
Η κτηνοτροφία της περιοχής είναι επίσης ιδιαίτερα αναπτυγμένη καθώς η Άρτα είναι η δεύτερη περιοχή της Ηπείρου στην παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων μετά τα Γιάννενα.
Τα τυροκομεία της (τα πιο γνωστά είναι η «Ήπειρος», ο «Καραλής» και ο «Μπάφας») παράγουν γάλα, γιαούρτι, φέτα (ΠΟΠ), κεφαλογραβιέρα (ΠΟΠ) και γαλοτύρι (ΠΟΠ) και τοπικά τυριά όπως είναι το τσαλαφούτι ή το ανθότυρο τα οποία ήδη εξάγουν στις διεθνείς αγορές.
Όσο για την τοπική κουζίνα της Άρτας, αυτό είναι κάτι που αξίζει να ανακαλύψει κανείς μόνος του στα μικρά και μεγαλύτερα ταβερνάκια της περιοχής που επιμένουν να μαγειρεύουν παραδοσιακά και με βάση τα εξαιρετικά προϊόντα του τόπου τους…

Μέσα σε 40 λεπτά μπορείς να εξερευνήσεις από τον θαλάσσιο πλούτο του Αμβρακικού (μιλάμε για οστρακοειδή, θαλασσινά, την περίφημη γάμπαρη, σαρδέλες, πετάλια, τσιπούρες, λαβράκια κλπ) μέχρι τοπικά μαγειρευτά φαγητά, τις ασυναγώνιστες ηπειρώτικες πίτες και τα κρεατικά της σούβλας στην πόλη της Άρτας και στα χωριά των Τζουμέρκων.

Κι όλα αυτά είναι μόνο μερικά παραδείγματα μιας μακράς γαστρονομικής παράδοσης. Μια εκδρομή επιτόπου έχει να σου δώσει εικόνες και χαρές που μένουν αξέχαστες!

Πηγή: www.epirus.blog.gr