Σύσσωμη η μικρή πόλη της Ναϊν συμμετέχει στο βαρύτατο πένθος της χήρας που «εξοδιάζει» τον μονογενή της υιό, προπέμποντάς τον απαρηγόρητη στην τελευταία του κατοικία. Το δράμα της κινεί και τα σπλάχνα του Χριστού, που επεμβαίνει απρόσκλητος και ανασταίνει το νεκρό παιδί, ξαναχαρίζοντας στη μάνα τη μοναδική της παραμυθία. Το πλήθος συνειδητοποιεί ότι κάτι μεγάλο συντελείται μπροστά του. Ότι επισκέφτηκε ο Θεός τον λαό του(Κυριακή Γ΄ Λουκά).
Το γεγονός της Ναϊν ήταν το πρώτο δείγμα για το τί σήμαινε η θεϊκή επίσκεψη στον κόσμο. Η ενσάρκωση του Θεού δεν αποτελούσε μία παντελώς ξένη ιδέα για τον προχριστιανικό άνθρωπο. Ήταν η σταθερή, αν και αμυδρή, προ μη θεϊκή ελπίδα και προσδοκία για τη σωτηρία του. Στη σκέψη του ήταν οικείο το πρωτευαγγελικό μήνυμα για τον θεϊκό απόγονο της γυναικός που θα συνέτριβε την κεφαλή του όφεως. Έτσι, στα Λύστρατης Λυκαονίας οι κάτοικοι, βλέποντας τη θαυματουργική θεραπεία ενός χωλού εκ γενετής, θεώρησαν αμέσως ότι οι Ολύμπιοι θεοί είχαν έρθει ανάμεσα τους. «Οἱ θεοι ὁμοιωθέντες ἀνθρώποις κατέβησαν προς ἡμᾶς»(Πράξ. 14, 11).
Ο Χριστός είπε ξεκάθαρα ότι κατέβηκε από τον ουρανό για να διασφαλίσει αδιάλειπτη ζωή στον άνθρωπο, συντρίβοντας τον θάνατο. Ο άνθρωπος αποκτά πλέον μία νέα διάσταση. Αναβαθμίζεται, γίνεται «ἐν Χριστῷ καινή κτίσις», ένα νέο δημιούργημα (Β΄ Κορ. 5, 17). Ο Χριστός ανέστησε το πεθαμένο παιδί της χήρας και μερικούς άλλους ανθρώπους, όχι για να δώσει μία προσωρινή παράταση επίγειας ζωής, αλλά για να δουν οι άνθρωποι ότι έχουν κοντά τους τον Κύριο της ζωής και του θανάτου. Αυτόν που είναι «ἡ ἀνάστασις και ἡ ζωή» (Ἰω. 11, 25), που έχει εξουσία να διώξει οριστικά τον θάνατο απ’ τη ζωή τους. Η ανάσταση του νεκρού παιδιού ήταν προμήνυμα για την Ανάσταση του Χριστού και εγγύηση για την τελική ανάσταση όλων των ανθρώπων «ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ»(Ἰω. 6, 39-40).
Η ανάσταση είναι η πρόταση του Θεού για την αληθινή αναβάθμιση του ανθρώπου. Εικόνα και ανυπέρβλητο πρότυπό του, ύψιστος προορισμός του στο εξής, γίνεται ο νέος αναστημένος και αιώνιος άνθρωπος, όπως για πρώτη φορά φανερώθηκε αυτός στο πρόσωπο του σαρκωθέντος και αναστάντος Χριστού.
Όμως…
Η εποχή μας, διαιωνίζοντας αμετανόητα την αυτονομιστική έναντι του Θεού αδαμική επανάσταση, απεργάζεται με αντίθεο ζήλο ένα διαφορετικό πρότυπο ανθρώπου. Προσπαθεί να αναβαθμίσει τον άνθρωπο, να του προσδώσει δύναμη και να εξαλείψει τις αδυναμίες του, δημιουργώντας τον μετάνθρωπο. Ένα συνδυασμό ανθρώπου, ζώου και μηχανής. Με ανάμιξη γονιδιωμάτων και ψηφιακών δεδομένων.
Στον μετάνθρωπο ρευστοποιούνται τα όρια μεταξύ ανθρώπων και ζώων, αλλά και μεταξύ εμβίων και μη εμβίων όντων. Ο άνθρωπος θα γίνει υβρίδιο, θα κληθεί να συμβιώσει με όλες τις μορφές ζωής και με όλες τις τεχνολογικές δομές. Με τη βοήθεια της βιοτεχνολογίας και της τεχνητής νοημοσύνης θα συνδυασθεί με έμβια και μη έμβια όντα (μηχανές – ρομπότ – υπολογιστές), πράγμα πού, κατά τους θιασώτες του μετανθρωπισμού, θα σημάνει τάχα απεριόριστη εξέλιξη και βελτίωση του ανθρώπου.
Ο κόσμος δεν θα είναι πια όπως τον ξέραμε. Ονομάστηκε ήδη phygital κόσμος, από τον συνδυασμό του φυσικού και ψηφιακού (physical+digital) κόσμου. Αλλά πόσο άνθρωπος θα είναι πλέον ο μετάνθρωπος; Τι θα απομείνει απ’ το ανθρώπινο είδος, όταν η ανθρώπινη ταυτότητα θα έχει ουσιαστικά απολεσθεί; Μήπως ένα τέρας φριχτό, μία μυθική χίμαιρα;
Έτσι λοιπόν, πρότυπο του αληθινού ανθρώπου παραμένει μόνο ο Χριστός. Ο τέλειος Θεός και άνθρωπος.
Δείτε εδώ κείμενα του π. Δημητρίου Μπόκου.
π. Δημητρίου Μπόκου